Ancient Greek-English Dictionary Language

σπαρτός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: σπαρτός σπαρτή σπαρτόν

Structure: σπαρτ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: spei/rw

Sense

  1. sown, grown from seed, children, of men
  2. the sown-men, sown, the Cadmeans, Thebans, Theban
  3. scattered

Examples

  • Σπάρτᾳ ποτ’ ἐν ε[ὐρυχόρῳ ξανθαὶ Λακεδαιμον[ίων τοιόνδε μέλοσ κ[όραι ὕμνευν, ὅτ’ ἄγετο καλλιπά[ρᾳον κόραν θρασυκάρ[διοσ Ἴδασ Μάρπησσαν ἰότ[! (Bacchylides, , dithyrambs, ode 20 1:1)
  • "μόνον παῖδασ ἀγαθοὺσ τᾷ Σπάρτᾳ ποίει. (Plutarch, chapter 28 3:5)
  • μισθόν, ἐν Σπάρτᾳ δ’ <ἀπὸ> τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνοσ μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον ἀγκυλότοξοι, παρὰ δὲ τὰν εὐύδρον ἀκτὰν Ἱμέρα παίδεσσιν ὕμνον Δεινομένευσ τελέσαισ, τὸν ἐδέξαντ’ ἀμφ’ ἀρετᾷ, πολεμίων ἀνδρῶν καμόντων. (Pindar, Odes, pythian odes, pythian 1 27:1)
  • Ἔν ποκ’ ἄρα Σπάρτᾳ ξανθότριχι πὰρ Μενελάῳ παρθενικαὶ θάλλοντα κόμαισ ὑάκινθον ἔχοισαι πρόσθε νεογράπτω θαλάμω χορὸν ἐστάσαντο, δώδεκα ταὶ πρᾶται πόλιοσ, μέγα χρῆμα Λακαινᾶν, ἁνίκα Τυνδαριδᾶν κατεδέξατο τὰν ἀγαπητὰν μναστεύσασ Ἑλέναν ὁ νεώτεροσ Ἀτρέοσ υἱόσ. (Theocritus, Idylls, 1)
  • σπάρτα μοι Σπάρτα κυδιάνειρα πατρίσ. (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 16, chapter 12)

Synonyms

  1. scattered

Derived

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION