헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πρόβολος

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πρόβολος πρόβολου

형태분석: προβολ (어간) + ος (어미)

어원: proba/llw

  1. 방해, 벽, 장애물
  2. 방패, 수호자, 보호자, 누벽, 후견인
  1. anything that projects
  2. a jutting rock, foreland, a rock in the path, an obstacle, projecting barriers
  3. a defence, bulwark, a shield, guardian
  4. a hunting-spear

곡용 정보

2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τότε δὲ καί τῆσ θαλάττησ ἁψάμενοι σκάφεσι πειρατικοῖσ ἀφῃροῦντο καί περιέκοπτον τάσ ἐμπορίασ, ἄχρι στηλῶν Ἡρακλείων ἀναπλέοντεσ, ἐπιόντοσ οὖν τοῦ Αἰμιλίου τετρακισμύριοι γενόμενοι τὸ πλῆθοσ ὑπέστησαν ὁ δὲ τοὺσ σύμπαντασ ὀκτακισχιλίουσ ἔχων πενταπλασίοισ οὖσιν αὐτοῖσ συνέβαλε, καί τρεψάμενοσ καί κατακλείσασ εἰσ τὰ τείχη διέδωκε λόγον φιλάνθρωπον καί συμβατικόν οὐ γὰρ ἦν βουλομένοισ τοῖσ Ῥωμαίοισ παντάπασιν ἐκκόψαι τὸ Λιγύων ἔθνοσ, ὥσπερ ἑρ́κοσ ἢ πρόβολον ἐμποδὼν κείμενον τοῖσ Γαλατικοῖσ κινήμασιν ἐπαιωρουμένοισ ἀεὶ περὶ τὴν Ἰταλίαν. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 6 2:1)

    (플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 6 2:1)

  • διὸ δεῖ πεφράχθαι, καὶ τὸν λογισμὸν ὡσ πρόβολον ἐμποδὼν ἀεὶ τῇ γλώττῃ κείμενον ἐπέχειν τὸ ῥεῦμα καὶ τὸν ὄλισθον αὐτῆσ, ἵνα μὴ τῶν χηνῶν ἀφρονέστεροι εἶναι δοκῶμεν, οὕσ φασιν, ὅταν ὑπερβάλλωσιν. (Plutarch, De garrulitate, section 14 10:1)

    (플루타르코스, De garrulitate, section 14 10:1)

  • λέγε δή μοι, ἔφη ὁ Κῦροσ, εἰσ τὸ φρούριον τὸ πρὸ τῆσ χώρασ, ὅ φατε Ὑρκανίοισ τε καὶ Σάκαισ ἐπιτετειχίσθαι τῇδε τῇ χώρᾳ πρόβολον εἶναι τοῦ πολέμου, ἆρ’ ἄν, ἔφη, οἰεί ὑπὸ τοῦ φρουράρχου παρεθῆναι τὸν εὐνοῦχον ἐλθόντα σὺν δυνάμει; (Xenophon, Cyropaedia, , chapter 3 14:1)

    (크세노폰, Cyropaedia, , chapter 3 14:1)

유의어

  1. anything that projects

  2. 방해

  3. 방패

  4. a hunting-spear

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION