- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πρεσβυτικός?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: presbytikos 고전 발음: [뷔띠꼬] 신약 발음: [뷔띠꼬]

기본형: πρεσβυτικός πρεσβυτική πρεσβυτικόν

형태분석: πρεσβυτικ (어간) + ος (어미)

어원: from πρεσβῦτις

  1. like an old man, elderly, of age
  2. old-fashioned, antiquated

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 πρεσβυτικός

(이)가

πρεσβυτική

(이)가

πρεσβυτικόν

(것)가

속격 πρεσβυτικοῦ

(이)의

πρεσβυτικῆς

(이)의

πρεσβυτικοῦ

(것)의

여격 πρεσβυτικῷ

(이)에게

πρεσβυτικῇ

(이)에게

πρεσβυτικῷ

(것)에게

대격 πρεσβυτικόν

(이)를

πρεσβυτικήν

(이)를

πρεσβυτικόν

(것)를

호격 πρεσβυτικέ

(이)야

πρεσβυτική

(이)야

πρεσβυτικόν

(것)야

쌍수주/대/호 πρεσβυτικώ

(이)들이

πρεσβυτικά

(이)들이

πρεσβυτικώ

(것)들이

속/여 πρεσβυτικοῖν

(이)들의

πρεσβυτικαῖν

(이)들의

πρεσβυτικοῖν

(것)들의

복수주격 πρεσβυτικοί

(이)들이

πρεσβυτικαί

(이)들이

πρεσβυτικά

(것)들이

속격 πρεσβυτικῶν

(이)들의

πρεσβυτικῶν

(이)들의

πρεσβυτικῶν

(것)들의

여격 πρεσβυτικοῖς

(이)들에게

πρεσβυτικαῖς

(이)들에게

πρεσβυτικοῖς

(것)들에게

대격 πρεσβυτικούς

(이)들을

πρεσβυτικάς

(이)들을

πρεσβυτικά

(것)들을

호격 πρεσβυτικοί

(이)들아

πρεσβυτικαί

(이)들아

πρεσβυτικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "πατρὶ πενθοῦντι παραμύθιον ἐλθὲ καὶ πρεσβυτικῇ χειρὶ δυστυχούσῃ συναγώνισαι. (Lucian, Tyrannicida, (no name) 21:5)

    (루키아노스, Tyrannicida, (no name) 21:5)

  • ἡνίκ ἂν δέ γε τούτους ἀκριβώσητε περιηρμοσμέναι, καὶ θαἰμάτια τἀνδρεῖά γ ἅπερ ἐκλέψατε ἐπαναβάλεσθε, κᾆτα ταῖς βακτηρίαις ἐπερειδόμεναι βαδίζετ ᾄδουσαι μέλος πρεσβυτικόν τι, τὸν τρόπον μιμούμεναι τὸν τῶν ἀγροίκων. (Aristophanes, Ecclesiazusae, Prologue 7:28)

    (아리스토파네스, Ecclesiazusae, Prologue 7:28)

  • πρεσβυτικῶν μὲν οὖν κακῶν ἔγωγ ἔχοντα σωρόν. (Aristophanes, Plutus, Parodos13)

    (아리스토파네스, Plutus, Parodos13)

  • ποῖος οὐκ ὄχλος περιεστεφάνωσεν ἐν ἀγορᾷ πρεσβυτικός· (Aristophanes, Plutus, Episode8)

    (아리스토파네스, Plutus, Episode8)

  • ὦ Ποντοπόσειδον καὶ θεοὶ πρεσβυτικοί, ἐν τῷ προσώπῳ τῶν ῥυτίδων ὅσας ἔχει. (Aristophanes, Plutus, Episode 1:43)

    (아리스토파네스, Plutus, Episode 1:43)

  • οὐ γὰρ πρεσβυτικός γε ὁ καιρὸς οὐδὲ ἐπιτήδειος τοῖς τρυφῶσι. (Lucian, Saturnalia, 9:2)

    (루키아노스, Saturnalia, 9:2)

유의어

  1. like an old man

  2. old-fashioned

관련어

명사

형용사

동사

부사

감탄사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION