Ancient Greek-English Dictionary Language

πρακτικός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: πρακτικός

Structure: πρακτικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: pra/ssw

Sense

  1. of or pertaining to action, concerned with action or business, active, practical

Examples

  • ἔνιοι τοὺσ πολιτικοὺσ ἀξιοῦσιν, ὅταν παρακμάσωσιν, οἴκοι σιτουμένουσ καθῆσθαι καὶ ἀποκεῖσθαι, καθάπερ ἰῷ σίδηρον ὑπ’ ἀργίασ τὴν πρακτικὴν ἀρετὴν σβεννυμένην περιορῶντασ. (Plutarch, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 1 15:1)
  • τοῦτο δὲ ποιοῦσιν ὁτὲ μὲν δι’ ἄγνοιαν, ὁτὲ δὲ δι’ ἀλαζονείαν, ὑφ’ ὧν ἁλίσκεσθαι συμβαίνει καὶ τοὺσ ἐμπείρουσ καὶ δυναμένουσ πράττειν ὑπὸ τούτων τῶν μήτ’ ἐχόντων μήτε δυναμένων διάνοιαν ἀρχιτεκτονικὴν ἢ πρακτικήν. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 1 72:2)
  • τὸ γὰρ καλὸν ἐφ’ αὑτὸ πρακτικῶσ κινεῖ καὶ πρακτικὴν εὐθὺσ ὁρμὴν ἐντίθησιν, ἠθοποιοῦν οὐ τῇ μιμήσει τὸν θεατήν, ἀλλὰ τῇ ἱστορίᾳ τοῦ ἔργου τὴν προαίρεσιν παρεχόμενον. (Plutarch, , chapter 2 3:2)
  • λείπεται ἄρα αὐτὴν εἶναι ἕξιν ἀληθῆ μετὰ λόγου πρακτικὴν περὶ τὰ ἀνθρώπῳ ἀγαθὰ καὶ κακά. (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 6 35:1)
  • ὥστ’ ἀνάγκη τὴν φρόνησιν ἕξιν εἶναι μετὰ λόγου ἀληθῆ περὶ τὰ ἀνθρώπινα ἀγαθὰ πρακτικήν. (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 6 38:3)

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION