- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πίστις?

3군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: pistis 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πίστις πίστεως

형태분석: πιστι (어간) + ς (어미)

  1. 믿음, 신뢰
  2. 신념
  3. 확신, 보장
  4. 신용
  5. 정직, 충실, 솔직, 신실
  6. 보장, 선서, 보증
  7. 증명, 증거, 입증
  8. 위탁
  1. trust in others, faith
  2. belief in a higher power, faith
  3. the state of being persuaded of something: belief, confidence, assurance
  4. trust in a commercial sense: credit
  5. faithfulness, honesty, trustworthiness, fidelity
  6. that which gives assurance: treaty, oath, guarantee
  7. means of persuasion: argument, proof
  8. that which is entrusted

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πίστις

믿음이

πίστει

믿음들이

πίστεις

믿음들이

속격 πίστεως

믿음의

πίστοιν

믿음들의

πίστεων

믿음들의

여격 πίστει

믿음에게

πίστοιν

믿음들에게

πίστεσι(ν)

믿음들에게

대격 πίστιν

믿음을

πίστει

믿음들을

πίστεις

믿음들을

호격 πίστι

믿음아

πίστει

믿음들아

πίστεις

믿음들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ εἶπεν. ἀποστρέψω τὸ πρόσωπόν μου ἀπ᾿ αὐτῶν καὶ δείξω τί ἔσται αὐτοῖς ἐπ᾿ ἐσχάτων ἡμερῶν. ὅτι γενεὰ ἐξεστραμμένη ἐστίν, υἱοί, οἷς οὐκ ἔστι πίστις ἐν αὐτοῖς. (Septuagint, Liber Deuteronomii 32:20)

    (70인역 성경, 신명기 32:20)

  • καὶ εἶπε Δαυὶδ τῷ ἱερεῖ. ὁ βασιλεὺς ἐντέταλταί μοι ρῆμα σήμερον καὶ εἶπέ μοι. μηδεὶς γνώτω τὸ ρῆμα, περὶ οὗ ἐγὼ ἀποστέλλω σε καὶ ὑπὲρ οὗ ἐγὼ ἐντέταλμαί σοι. καὶ τοῖς παιδαρίοις διαμεμαρτύρημαι ἐν τῷ τόπῳ τῷ λεγομένῳ Θεοῦ πίστις, Φελλανὶ Ἀλεμωνί. καὶ νῦν εἰ εἰσὶν ὑπὸ τὴν χεῖρά σου πέντε ἄρτοι, δὸς εἰς χεῖρά μου τὸ εὑρεθέν. (Septuagint, Liber I Samuelis 21:3)

    (70인역 성경, 사무엘기 상권 21:3)

  • καὶ Κύριος ἐπιστρέψει ἑκάστῳ κατὰ τὰς δικαιοσύνας αὐτοῦ καὶ τὴν πίστιν αὐτοῦ, ὡς παρέδωκέ σε Κύριος σήμερον εἰς χεῖράς μου καὶ οὐκ ἠθέλησα ἐπενεγκεῖν χεῖρά μου ἐπὶ χριστὸν Κυρίου. (Septuagint, Liber I Samuelis 26:23)

    (70인역 성경, 사무엘기 상권 26:23)

  • καὶ οὐκ ἐξελογίζοντο τοὺς ἄνδρας, οἷς ἐδίδουν τὸ ἀργύριον ἐπὶ χεῖρας αὐτῶν δοῦναι τοῖς ποιοῦσι τὰ ἔργα, ὅτι ἐν πίστει αὐτῶν ποιοῦσιν. (Septuagint, Liber II Regum 12:16)

    (70인역 성경, 열왕기 하권 12:16)

  • πλὴν οὐκ ἐξελογίζοντο αὐτοὺς τὸ ἀργύριον τὸ διδόμενον αὐτοῖς, ὅτι ἐν πίστει αὐτοὶ ποιοῦσι. (Septuagint, Liber II Regum 22:7)

    (70인역 성경, 열왕기 하권 22:7)

  • σοφία γὰρ καὶ παιδεία φόβος Κυρίου, καὶ ἡ εὐδοκία αὐτοῦ πίστις καὶ πρᾳότης. (Septuagint, Liber Sirach 1:28)

    (70인역 성경, Liber Sirach 1:28)

  • φόβος Κυρίου ἀρχὴ ἀγαπήσεως αὐτοῦ, πίστις δὲ ἀρχὴ κολλήσεως αὐτοῦ]. (Septuagint, Liber Sirach 25:12)

    (70인역 성경, Liber Sirach 25:12)

  • Πᾶν δῶρον καὶ ἀδικία ἐξαλειφθήσεται, καὶ πίστις εἰς τὸν αἰῶνα στήσεται. (Septuagint, Liber Sirach 40:12)

    (70인역 성경, Liber Sirach 40:12)

유의어

  1. 정직

  2. 증명

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION