- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὁδοιπορία?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: hodoiporia 고전 발음: [호도뽀리아] 신약 발음: [오뒤뽀리아]

기본형: ὁδοιπορία

형태분석: ὁδοιπορι (어간) + α (어미)

  1. 여행, 방법, 길
  1. a journey, way

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ὁδοιπορία

여행이

ὁδοιπορία

여행들이

ὁδοιπορίαι

여행들이

속격 ὁδοιπορίας

여행의

ὁδοιπορίαιν

여행들의

ὁδοιποριῶν

여행들의

여격 ὁδοιπορίᾳ

여행에게

ὁδοιπορίαιν

여행들에게

ὁδοιπορίαις

여행들에게

대격 ὁδοιπορίαν

여행을

ὁδοιπορία

여행들을

ὁδοιπορίας

여행들을

호격 ὁδοιπορία

여행아

ὁδοιπορία

여행들아

ὁδοιπορίαι

여행들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ὁ μὲν λαός σου παράδοξον ὁδοιπορίαν περάσῃ, ἐκεῖνοι δὲ ξένον εὕρωσι θάνατον. (Septuagint, Liber Sapientiae 19:5)

    (70인역 성경, 지혜서 19:5)

  • "Σκιπίων γοῦν ὁ Ἀφρικανὸς ἐπίκλην ἐκπεμπόμενος ὑπὸ τῆς συγκλήτου ἐπὶ τὸ καταστήσασθαι τὰς κατὰ τὴν οἰκουμένην βασιλείας, ἵνα τοῖς προσήκουσιν ἐγχειρισθῶσιν, πέντε μόνους συνεπήγετο οἰκέτας, ὡς ἱστορεῖ Πολύβιος καὶ Ποσειδώνιος, καὶ ἑνὸς ἀποθανόντος κατὰ τὴν ὁδοιπορίαν ἐπέστειλε τοῖς οἰκείοις ἄλλον ἀντ ἐκείνου πριαμένους πέμψαι αὐτῷ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 10410)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 6, book 6, chapter 10410)

  • αὐτῷ δὲ τὸ μὲν γῆρας ὑπὸ ἀσκήσεως πολλῆς ἐλαφρὸν ἦν καὶ πρὸς οὐδὲν ἐμπόδιον εἰς τὸ σωθῆναι, τότε δὲ καὶ διὰ τήν ἀρρωστίαν τοῦ σώματος ἐνδεοῦς γεγονότος καὶ διὰ τήν ὁδοιπορίαν κατακόπου, βαρὺν ὄντα καὶ δυσκίνητον ἤδη σφαλεὶς ὁ ἵππος εἰς τήν γῆν κατέβαλε, σκληροῦ δὲ τοῦ πτώματος γενομένου καὶ τῆς κεφαλῆς παθούσης ἔκειτο πολὺν χρόνον ἄναυδος, ὥστε καὶ τοὺς πολεμίους τεθνάναι δόξαντας αὐτόν ἐπιχειρεῖν στρέφειν τὸ σῶμα καὶ σκυλεύειν. (Plutarch, Philopoemen, chapter 18 7:1)

    (플루타르코스, Philopoemen, chapter 18 7:1)

  • αὐτὸς δὲ ῥάκη περιβαλόμενος ἀνοδίᾳ τὴν ὁδοιπορίαν ἐποιήσατο. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 19, chapter 5 3:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 19, chapter 5 3:1)

  • κατὰ δὲ τὴν ὁδοιπορίαν δευτεραῖος θυσίαν ἐπετέλεσε τοῖς θεοῖς καὶ τὴν δύναμιν εὐωχήσας πολυτελῶς τὰ μὲν πλήθη πρὸς εὔνοιαν προεκαλέσατο, αὐτὸς δὲ κατὰ τὴν μέθην συμπεριενεχθεὶς τῶν παραληφθέντων τοῖς εἰς τὸ πίνειν ὁρμήσασιν ἐνέπεσεν εἰς ἀρρωστίαν. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 19, chapter 24 5:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 19, chapter 24 5:1)

유의어

  1. 여행

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION