Ancient Greek-English Dictionary Language

νυκτοπορία

First declension Noun; Feminine Transliteration:

Principal Part: νυκτοπορία

Structure: νυκτοπορι (Stem) + ᾱ (Ending)

Sense

  1. a night-journey, night-march

Declension

First declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • ἔχει βελτίονασ ἀεὶ σὺν αὑτῷ, πρὸσ μὲν τὸ ἄριστον τὴν νυκτοπορίαν, πρὸσ δὲ τὸ δεῖπνον τὴν ὀλιγαριστίαν. (Plutarch, De tuenda sanitate praecepta, chapter, section 9 10:1)
  • βελτίονασ γὰρ ὀψοποιοὺσ ἔχειν ὑπὸ τοῦ παιδαγωγοῦ Λεωνίδου δεδομένουσ αὐτῷ, πρὸσ μὲν τὸ ἄριστον, νυκτοπορίαν, πρὸσ δὲ τὸ δεῖπνον, ὀλιγαριστίαν. (Plutarch, Alexander, chapter 22 5:1)
  • "ὅπου καὶ Ἀλέξανδροσ ἀπεώσατο τῆσ Ἄδασ τοὺσ μαγείρουσ, αὐτὸσ εἰπὼν ἔχειν ἀμείνονασ ὀψοποιούσ, πρὸσ μὲν ἄριστον τὴν νυκτοπορίαν πρὸσ δὲ δεῖπνον τὴν ὀλιγαριστίαν· (Plutarch, Non posse suaviter vivi secundum Epicurum, section 1714)
  • αὐτόν, ἔφη κρείττονασ ἔχειν αὐτὸσ ὀψοποιούσ, πρὸσ μὲν ἄριστον τὴν νυκτοπορίαν πρὸσ δὲ δεῖπνον τὴν ὀλιγαριστίαν. (Plutarch, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 9 1:1)
  • τῆσ δὲ τῶν Καρῶν βασιλίσσησ Ἄδασ ὄψα καὶ πέμματα παρεσκευασμένα περιττῶσ διὰ δημιουργῶν καὶ μαγείρων φιλοτιμουμένησ ἀεὶ πέμπειν πρὸσ αὐτόν, ἔφη κρείττονασ ἔχειν αὐτὸσ ὀψοποιούσ, πρὸσ μὲν ἄριστον τὴν νυκτοπορίαν πρὸσ δὲ δεῖπνον τὴν ὀλιγαριστίαν. (Plutarch, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 91)

Synonyms

  1. a night-journey

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION