헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

νόσημα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: νόσημα νοσήματος

형태분석: νοσηματ (어간)

어원: nose/w

  1. 질병, 병, 전염병, 멀미, 역병
  1. sickness, disease, plague, affliction
  2. (figuratively)

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 νόσημα

질병이

νοσήματε

질병들이

νοσήματα

질병들이

속격 νοσήματος

질병의

νοσημάτοιν

질병들의

νοσημάτων

질병들의

여격 νοσήματι

질병에게

νοσημάτοιν

질병들에게

νοσήμασιν*

질병들에게

대격 νόσημα

질병을

νοσήματε

질병들을

νοσήματα

질병들을

호격 νόσημα

질병아

νοσήματε

질병들아

νοσήματα

질병들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τῶν δὲ χρησίμων ἐπιλογισμῶν πρῶτόσ ἐστιν ὁ διδάσκων καὶ ὑπομιμνήσκων, ὅτι πᾶσι μὲν τοῖσ πάθεσιν ἀκολουθεῖ καὶ τοῖσ νοσήμασιν ἃ φεύγειν δι’ αὐτῶν δοκοῦμεν, ἀδοξίαι φιλοδοξίαισ καὶ λῦπαι φιληδονίαισ καὶ πόνοι μαλακίαισ καὶ φιλονικίαισ ἧτται καὶ καταδίκαι· (Plutarch, De vitioso pudore, section 92)

    (플루타르코스, De vitioso pudore, section 92)

  • ὑφ’ ὧν οὐχ ἥκιστά μοι δοκεῖσ καὶ αὐτὸσ ἐπιταραττόμενοσ, ὥσπερ οἱ Σοφοκλέουσ ἰατροὶ πικρὰν χολὴν κλύζουσι φαρμάκῳ πικρῷ, οὕτωσ ἀντιχαλεπαίνειν καὶ συνεκπικραίνεσθαι τοῖσ ἐκείνων πάθεσι καὶ νοσήμασιν, οὐκ εὐλόγωσ. (Plutarch, De tranquilitate animi, section 74)

    (플루타르코스, De tranquilitate animi, section 74)

  • οἱ Σοφοκλέουσ ἰατροὶ πικρὰν χολὴν κλύζουσι φαρμάκῳ πικρῷ οὕτωσ ἀντιχαλεπαίνειν καὶ συνεκπικραίνεσθαι τοῖσ ἐκείνων πάθεσι καὶ νοσήμασιν, οὐκ εὐλόγωσ. (Plutarch, De tranquilitate animi, section 7 2:1)

    (플루타르코스, De tranquilitate animi, section 7 2:1)

  • ἐλελήθει μὲν γὰρ ἤδη κολαζόμενοσ αὐτῷ τῷ φόβῳ τῆσ κολάσεωσ ἣν ὡσ χρέοσ ἀπῄτει δημόσιον ἡ πόλισ, καὶ νοσήμασιν ἀνηκέστοισ σώματοσ, αὐτάσ τε τὰσ ἀνοσίουσ καὶ ἀρρήτουσ ἐν γυναιξὶ πόρναισ καὶ ἀκαθάρτοισ ἐγκυλινδήσεισ, αἷσ ἔτι προσέσπαιρε δυσθανατοῦντοσ αὐτοῦ τὸ ἀκόλαστον ἐπιδραττόμενον, ἐσχάτην τιμωρίαν ἐποιοῦντο καὶ πολλῶν ἀντάξια θανάτων οἱ σωφρονοῦντεσ. (Plutarch, Otho, chapter 2 1:2)

    (플루타르코스, Otho, chapter 2 1:2)

  • πολλοῖσι δὲ καὶ ἐπὶ τοῖσιν ἄλλοισι νοσήμασιν οἰδήματα παρώχλει, πολὺ δὲ μάλιστα τοῖσι φθινώδεσι. (Hippocrates, Hippocrates Collected Works I, EPIDHMIWN A, 236)

    (히포크라테스, Hippocrates Collected Works I, EPIDHMIWN A, 236)

유의어

  1. 질병

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION