Ancient Greek-English Dictionary Language

νομοθετικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: νομοθετικός

Structure: νομοθετικ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. relating to legislation, legislative
  2. (of persons) fitted for or skilled in legislation

Declension

First/Second declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • τῆσ δὲ πολιτικῆσ ἀντὶ μὲν τῆσ γυμναστικῆσ τὴν νομοθετικήν, ἀντίστροφον δὲ τῇ ἰατρικῇ τὴν δικαιοσύνην. (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 104:5)
  • ἵν’ οὖν μὴ μακρολογῶ, ἐθέλω σοι εἰπεῖν ὥσπερ οἱ γεωμέτραι ‐ ἤδη γὰρ ἂν ἴσωσ ἀκολουθήσαισ ‐ ὅτι ὃ κομμωτικὴ πρὸσ γυμναστικήν, τοῦτο σοφιστικὴ πρὸσ νομοθετικήν, καὶ ὅτι ὃ ὀψοποιικὴ πρὸσ ἰατρικήν, τοῦτο ῥητορικὴ πρὸσ δικαιοσύνην. (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 111:3)
  • τῆσ δὲ πολιτικῆσ ἀντίστροφον μὲν τῇ γυμναστικῇ τὴν νομοθετικὴν, ἀντίστροφον δὲ τῇ ἰατρικῇ τὴν δικαιοσύνην. (Aristides, Aelius, Orationes, 6:41)
  • ἵνα οὖν μὴ μακρολογῶ, ἐθέλω σοι εἰπεῖν, ὥσπερ οἱ γεωμέτραι, ἤδη γὰρ ἂν ἴσωσ ἀκολουθήσαισ, ὅτι ὃ κομμωτικὴ πρὸσ γυμναστικὴν, τοῦτο σοφιστικὴ πρὸσ νομοθετικὴν, καὶ ὃ ὀψοποιικὴ πρὸσ ἰατρικὴν, τοῦτο ῥητορικὴ πρὸσ δικαιοσύνην. (Aristides, Aelius, Orationes, 6:51)
  • προτέρα γὰρ οὖσα τῆσ νομοθετικῆσ κατὰ τὴν ἐκείνησ χρείαν, προτέρα δ’ αὖ καὶ τῆσ δικαστικῆσ, ὅτε κἀκείνησ ἔδει, λαβοῦσα μέσην πρότερον τὴν νομοθετικὴν, εἶτ’ αὖ τὴν δικαστικὴν ὡσαύτωσ διχόθεν περιέχουσα, πρώτη καὶ μέση καὶ τελευταία γίγνεται, ὁμοῦ μὲν ἀμφοῖν αὑτὴν μέσην, ὁμοῦ δ’ ἄμφω μέσασ αὑτῆσ καθιστᾶσα, ὡσ μάλιστ’ ἔμελλον ἅπασαι συμμένειν, ἀντὶ συνδέσμου τῇ ῥητορικῇ χρώμεναι. (Aristides, Aelius, Orationes, 52:16)

Synonyms

  1. relating to legislation

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION