헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μῖμος

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μῖμος μίμου

형태분석: μιμ (어간) + ος (어미)

  1. 배우, 소녀 마임 배우, 연기자
  2. 모방, 모조, 닮음
  3. 소녀 마임 배우, 무언극
  1. mime, actor
  2. imitation, mimicking
  3. mime (a drama of everyday life without choir)

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 μῖμος

배우가

μίμω

배우들이

μίμοι

배우들이

속격 μίμου

배우의

μίμοιν

배우들의

μίμων

배우들의

여격 μίμῳ

배우에게

μίμοιν

배우들에게

μίμοις

배우들에게

대격 μίμον

배우를

μίμω

배우들을

μίμους

배우들을

호격 μίμε

배우야

μίμω

배우들아

μίμοι

배우들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἦν δέ τισ Βολούμνιοσ μῖμοσ καὶ Σακουλίων γελωτοποιὸσ ἡλωκότεσ, οὓσ ἐν οὐδενὶ λόγῳ τιθεμένου τοῦ Βρούτου προσάγοντεσ οἱ φίλοι κατηγόρουν ὡσ οὐδὲ νῦν τοῦ λέγειν καὶ σκώπτειν πρὸσ ὕβριν αὐτῶν ἀπεχομένουσ. (Plutarch, Brutus, chapter 45 4:1)

    (플루타르코스, Brutus, chapter 45 4:1)

  • ἦν δὲ καὶ Σέργιοσ ὁ μῖμοσ τῶν μέγιστον παρ’ αὐτῷ δυναμένων, καὶ Κυθηρὶσ ἀπὸ τῆσ αὐτῆσ παλαίστρασ γύναιον ἀγαπώμενον, ὃ δὴ καὶ τὰσ πόλεισ ἐπιὼν ἐν φορείῳ περιήγετο, καὶ τὸ φορεῖον οὐκ ἐλάττουσ ἢ τὸ τῆσ μητρὸσ αὐτοῦ περιέποντεσ ἠκολούθουν. (Plutarch, Antony, chapter 9 4:2)

    (플루타르코스, Antony, chapter 9 4:2)

  • ὑπάρχων δὲ καὶ φύσει γελωτοποιὸσ καὶ μῖμοσ οὐδ’ ἐν ταῖσ ἐκκλησίαισ ἀπείχετο τοῦ σκώπτειν τοὺσ καθημένουσ καί τινασ αὐτῶν εἰκάζειν, ὥστε τὸ πλῆθοσ πολλάκισ εἰσ γέλωτα ἐκτρέπεσθαι, καθάπερ τινὰ τῶν ἠθολόγων ἢ θαυματοποιῶν θεωροῦντασ. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 20, chapter 63 2:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 20, chapter 63 2:1)

  • καὶ γὰρ μῖμοσ εἰσάγεται, καθ’ ὃν σταυροῦται ληφθεὶσ ἡγεμών, ὅ τε ὀρχηστὴσ δρᾶμα εἰσάγει Κινύραν, ἐν ᾧ αὐτόσ τε ἐκτείνετο καὶ ἡ θυγάτηρ Μύρρα, αἷμά τε ἦν τεχνητὸν πολὺ καὶ περὶ τὸν σταυρωθέντα ἐκκεχυμένον καὶ τῶν περὶ τὸν Κινύραν. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 19 108:2)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 19 108:2)

  • ξιρξα πορτιξυμ σταβυλι πιξτοσ ϝιδιμυσ, ναμ ετ νευροβατεν, θυι ϝελυτ ιν ϝεντισ ξοτηυρνατυσ φερρετυρ, εχηιβυιτ, ετ τοιξηοβατεν, θυι περ παριετεμ υρσο ελυσο ξυξυρριτ, ετ υρσοσ μιμυμ αγεντεσ ετ ιτεμ ξεντυμ σαλπιστασ υνο ξρεπιτυ ξονξινεντεσ ετ ξεντυμ ξεραταυλασ, ξηοραυλασ ξεντυμ, ετιαμ πψτηαυλασ ξεντυμ, παντομιμοσ ετ γψμνιξοσ μιλλε, πεγμα πραετερεα, ξυιυσ φλαμμισ σξαενα ξονφλαγραϝιτ, θυαμ διοξλετιανυσ ποστεα μαγνιφιξεντιορεμ ρεδδιδιτ, μιμοσ πραετερεα υνδιθυε αδϝοξαϝιτ. (Unknown, Scriptores Historiae Augustae, Vol 3, carus et carinus et numerianus, chapter 19 2:1)

    (작자 미상, Scriptores Historiae Augustae, Vol 3, carus et carinus et numerianus, chapter 19 2:1)

유의어

  1. 배우

  2. 모방

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION