- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μέλισσα?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: melissa 고전 발음: [멜리사] 신약 발음: [맬리사]

기본형: μέλισσα μελίσσης

형태분석: μελισς (어간) + α (어미)

어원: μέλι

  1. 벌, 꿀벌
  2. 꿀, 여보
  3. 시인, 음유시인
  1. a bee
  2. (poetic) honey
  3. poet (from their culling of sweet things from nature)
  4. the priestess at Delphi
  5. (Neoplatonist philosophy) any pure being

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 μέλισσα

벌이

μελίσσα

벌들이

μέλισσαι

벌들이

속격 μελίσσης

벌의

μελίσσαιν

벌들의

μελισσῶν

벌들의

여격 μελίσσῃ

벌에게

μελίσσαιν

벌들에게

μελίσσαις

벌들에게

대격 μέλισσαν

벌을

μελίσσα

벌들을

μελίσσας

벌들을

호격 μέλισσα

벌아

μελίσσα

벌들아

μέλισσαι

벌들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐξῆλθεν ὁ Ἀμορραῖος ὁ κατοικῶν ἐν τῷ ὄρει ἐκείνῳ εἰς συνάντησιν ὑμῖν καὶ κατεδίωξαν ὑμᾶς, ὡσεὶ ποιήσαισαν αἱ μέλισσαι, καὶ ἐτίτρωσκον ὑμᾶς ἀπὸ Σηεὶρ ἕως Ἑρμᾶ. (Septuagint, Liber Deuteronomii 1:44)

    (70인역 성경, 신명기 1:44)

  • ἐκύκλωσάν με ὡσεὶ μέλισσαι κηρίον καὶ ἐξεκαύθησαν ὡς πῦρ ἐν ἀκάνθαις, καὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς. (Septuagint, Liber Psalmorum 117:12)

    (70인역 성경, 시편 117:12)

  • ὅπου γε καὶ μέλισσαι περὶ τὸν τῆς κηρογονίας καιρὸν ἐπαμύνονται τοὺς προσιόντας καὶ καθάπερ σιδήρῳ τῷ κέντρῳ πλήσσουσι τοὺς προσιόντας τῇ νοσσιᾷ αὐτῶν καὶ ἐπαμύνουσιν ἕως θανάτου; (Septuagint, Liber Maccabees IV 14:19)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 14:19)

  • ὡς δ ὁπότ ἐν σμήνεσσι κατηρεφέεσσι μέλισσαι κηφῆνας βόσκωσι, κακῶν ξυνήονας ἔργων - αἳ μέν τε πρόπαν ἦμαρ ἐς ἠέλιον καταδύντα ἠμάτιαι σπεύδουσι τιθεῖσί τε κηρία λευκά, οἳ δ ἔντοσθε μένοντες ἐπηρεφέας κατὰ σίμβλους ἀλλότριον κάματον σφετέρην ἐς γαστέρ ἀμῶνται - ὣς δ αὔτως ἄνδρεσσι κακὸν θνητοῖσι γυναῖκας Ζεὺς ὑψιβρεμέτης θῆκεν, ξυνήονας ἔργων ἀργαλέων: (Hesiod, Theogony, Book Th. 57:2)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 57:2)

  • "ἔνιοι δὲ καὶ πρῶτον ἐνταῦθά φασιν ἡρῷον μέτρον ἀκουσθῆναι, συμφέρετε πτερά, οἰωνοί, κηρόν τε, μέλισσαι ὅτε τῷ θεῷ ἐπιδεᾶ γενομένην ἀποβαλεῖν τὸ σεμνόν. (Plutarch, De Pythiae oraculis, section 1716)

    (플루타르코스, De Pythiae oraculis, section 1716)

유의어

  1. 시인

  2. the priestess at Delphi

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION