헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μακάριος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μακάριος μακαρίᾱ μακάριον

형태분석: μακαρι (어간) + ος (어미)

어원: longer form of ma/kar

  1. 행복한, 기쁜, 밝은
  1. (mostly of men) blessed, happy
  2. (often in Plato as a plural substantive) the rich and better educated
  3. (of the dead)
  4. (of states, qualities, and the like)

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 μακάριος

행복한 (이)가

μακαρίᾱ

행복한 (이)가

μακάριον

행복한 (것)가

속격 μακαρίου

행복한 (이)의

μακαρίᾱς

행복한 (이)의

μακαρίου

행복한 (것)의

여격 μακαρίῳ

행복한 (이)에게

μακαρίᾱͅ

행복한 (이)에게

μακαρίῳ

행복한 (것)에게

대격 μακάριον

행복한 (이)를

μακαρίᾱν

행복한 (이)를

μακάριον

행복한 (것)를

호격 μακάριε

행복한 (이)야

μακαρίᾱ

행복한 (이)야

μακάριον

행복한 (것)야

쌍수주/대/호 μακαρίω

행복한 (이)들이

μακαρίᾱ

행복한 (이)들이

μακαρίω

행복한 (것)들이

속/여 μακαρίοιν

행복한 (이)들의

μακαρίαιν

행복한 (이)들의

μακαρίοιν

행복한 (것)들의

복수주격 μακάριοι

행복한 (이)들이

μακαρίαι

행복한 (이)들이

μακάρια

행복한 (것)들이

속격 μακαρίων

행복한 (이)들의

μακαριῶν

행복한 (이)들의

μακαρίων

행복한 (것)들의

여격 μακαρίοις

행복한 (이)들에게

μακαρίαις

행복한 (이)들에게

μακαρίοις

행복한 (것)들에게

대격 μακαρίους

행복한 (이)들을

μακαρίᾱς

행복한 (이)들을

μακάρια

행복한 (것)들을

호격 μακάριοι

행복한 (이)들아

μακαρίαι

행복한 (이)들아

μακάρια

행복한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "Ἐπὶ δὲ τούτοισ ὅλωσ ἅπασιν ἐκεῖνο δεῖ κατανοεῖν, ὅτι τάραχοσ ὁ κυριώτατοσ ταῖσ ἀνθρωπίναισ ψυχαῖσ γίνεται ἐν τῷ ταῦτά τε μακάρια δοξάζειν <εἶναι> καὶ ἄφθαρτα, καὶ ὑπεναντίασ ἔχειν τούτῳ βουλήσεισ ἅμα καὶ πράξεισ καὶ αἰτίασ, καὶ ἐν τῷ αἰώνιόν τι δεινὸν ἀεὶ προσδοκᾶν ἢ ὑποπτεύειν κατὰ τοὺσ μύθουσ εἴ τε καὶ αὐτὴν τὴν ἀναισθησίαν τὴν ἐν τῷ τεθνάναι φοβουμένουσ ὥσπερ οὖσαν κατ’ αὐτούσ, καὶ ἐν τῷ μὴ δόξαισ ταῦτα πάσχειν ἀλλ’ ἀλόγῳ γέ τινι παραστάσει, ὅθεν μὴ ὁρίζοντασ τὸ δεινὸν τὴν ἴσην ἢ καὶ ἐπιτεταμένην ταραχὴν λαμβάνειν τῷ εἰκαίωσ δοξάζοντι ταῦτα· (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, I, EPIKOUROS 81:1)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, I, EPIKOUROS 81:1)

  • καὶ εἶπε Λεία. μακαρία ἐγώ, ὅτι μακαριοῦσί με αἱ γυναῖκεσ. καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἀσήρ. (Septuagint, Liber Genesis 30:13)

    (70인역 성경, 창세기 30:13)

  • μακαρία σύ, γῆ, ἧσ ὁ βασιλεύσ σου υἱὸσ ἐλευθέρων καὶ οἱ ἄρχοντέσ σου πρὸσ καιρὸν φάγονται ἐν δυνάμει καὶ οὐκ αἰσχυνθήσονται. (Septuagint, Liber Ecclesiastes 10:17)

    (70인역 성경, 코헬렛 10:17)

  • ὅτι μακαρία στεῖρα ἡ ἀμίαντοσ, ἥτισ οὐκ ἔγνω κοίτην ἐν παραπτώματι, ἕξει καρπόν ἐν ἐπισκοπῇ ψυχῶν, (Septuagint, Liber Sapientiae 3:13)

    (70인역 성경, 지혜서 3:13)

  • φοβουμένου τὸν Κύριον μακαρία ἡ ψυχή. τίνι ἐπέχει καὶ τίσ ἀντιστήριγμα αὐτοῦ̣ (Septuagint, Liber Sirach 34:15)

    (70인역 성경, Liber Sirach 34:15)

  • μακαρία δ’ ἐγὼ βασιλικοῖσ λέκτροισ κατ’ Ἄργοσ ἁ γαμουμένα. (Euripides, The Trojan Women, episode, lyric8)

    (에우리피데스, The Trojan Women, episode, lyric8)

유의어

  1. 행복한

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION