- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κολακεία?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: kolakeia 고전 발음: [꼴라께] 신약 발음: [꼴라끼아]

기본형: κολακεία

형태분석: κολακει (어간) + α (어미)

  1. 아첨, 아유, 아양
  1. flattery, fawning

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κολακεία

아첨이

κολακεία

아첨들이

κολακεῖαι

아첨들이

속격 κολακείας

아첨의

κολακείαιν

아첨들의

κολακειῶν

아첨들의

여격 κολακείᾳ

아첨에게

κολακείαιν

아첨들에게

κολακείαις

아첨들에게

대격 κολακείαν

아첨을

κολακεία

아첨들을

κολακείας

아첨들을

호격 κολακεία

아첨아

κολακεία

아첨들아

κολακεῖαι

아첨들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἰ δὲ τοῦτον ἀφεὶς τὸν λόγον ὡς οὐ πάνυ ἀξιόπιστον ἐκεῖνο λέγοιμι, μήτε ὑπὸ χρημάτων μήτε ὑπ᾿ ἄλλης τινὸς ἐλπίδος τοιαύτης δελεασθεὶς ὑποστῆναι τὴν παροῦσαν συνουσίαν, ἀλλὰ τὴν σύνεσιν καὶ ἀνδρείαν καὶ μεγαλόνοιαν τοῦ ἀνδρὸς θαυμάσας ἐθελῆσαι κοινωνῆσαι πράξεων τῷ τοιούτῳ, δέδοικα μὴ πρὸς τῇ ἐπιφερομένῃ κατηγορίᾳ κολακείας αἰτίαν προσλαβὼν κᾆτα εὑρίσκωμαι ἥλῳ, φασίν, ἐκκρούων τὸν ἧλον, καὶ μείζονί γε τὸν σμικρότερον, ὅσῳ κολακεία τῶν ἄλλων ἁπάντων κακῶν τὸ δουλοπρεπέστατον εἶναι καὶ ταύτῃ χείριστον νενόμισται. (Lucian, Apologia 21:1)

    (루키아노스, Apologia 21:1)

  • ἡ δ"οὖν κολακεία καὶ ἡ διαβολὴ τότε μάλιστα χώραν ἔσχε πρὸς τὸ Ἀλεξάνδρου πάθος συντιθεμένη: (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 19:1)

    (루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 19:1)

  • ἡ δὲ δὴ μεγίστη πασῶν ἡ κολακεία ἐστί, συγγενής, μᾶλλον δὲ ἀδελφή τις οὖσα τῆς διαβολῆς. (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 20:2)

    (루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 20:2)

  • "τὸ δὲ ὑπὲρ τοῦτο ἀλλότριον ἤδη καὶ κολακεία σαφής. (Lucian, Pro imaginibus, (no name) 1:7)

    (루키아노스, Pro imaginibus, (no name) 1:7)

  • ὅστις δὲ πλούτου ἐρᾷ καὶ χρυσῷ κεκήληται καὶ πορφύρᾳ καὶ δυναστείᾳ μετρεῖ τὸ εὔδαιμον, ἄγευστος μὲν ἐλευθερίας, ἀπείρατος δὲ παρρησίας, ἀθέατος δὲ ἀληθείας, κολακεία τὰ πάντα καὶ δουλείᾳ σύντροφος, ἢ ὅστις ἡδονῇ πᾶσαν τὴν ψυχὴν ἐπιτρέψας ταύτῃ μόνῃ λατρεύειν διέγνωκε, φίλος μὲν περιέργων τραπεζῶν, φίλος δὲ πότων καὶ ἀφροδισίων, ἀνάπλεως γοητείας καὶ ἀπάτης καὶ ψευδολογίας, ἢ ὅστις ἀκούων τέρπεται κρουμάτων τε καὶ τερετισμάτων καὶ διεφθορότων ᾀσμάτων, τοῖς δὴ τοιούτοις πρέπειν τὴν ἐνταῦθα διατριβήν. (Lucian, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 15:1)

    (루키아노스, Nigrinus, Nigrinou Fiaosofia 15:1)

  • ὁ δὲ Πτολεμαῖος ὡς ἂν καὶ τἆλλα οὐ κάρτα φρενήρης τις ὤν, ἀλλ ἐν κολακείᾳ δεσποτικῇ τεθραμμένος, οὕτως ἐξεκαύθη καὶ συνεταράχθη πρὸς τῆς παραδόξου ταύτης διαβολῆς, ὥστε μηδὲν τῶν εἰκότων λογισάμενος, μηδ ὅτι ἀντίτεχνος ἦν ὁ διαβάλλων μηδ ὅτι μικρότερος ἢ κατὰ τηλικαύτην προδοσίαν ζωγράφος, καὶ ταῦτα εὖ πεπονθὼς ὑπ αὐτοῦ καὶ παρ ὁντινοῦν τῶν ὁμοτέχνων, τετιμημένος, ἀλλ οὐδὲ τὸ παράπαν εἰ ἐξέπλευσεν Ἀπελλῆς ἐς Τύρον ἐξετάσας, εὐθὺς ἐξεμήνιεν καὶ βοῆς ἐνεπίμπλα τὰ βασίλεια τὸν ἀχάριστον κεκραγὼς καὶ τὸν ἐπίβουλον καὶ συνωμότην. (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 3:1)

    (루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 3:1)

유의어

  1. 아첨

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION