헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσποιητός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσποιητός προσποιητόν

형태분석: προσποιητ (어간) + ος (어미)

  1. 영향받은, 흉내내는, 허구의, 거짓의
  1. taken to oneself, assumed, affected, pretended

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 προσποιητός

영향받은 (이)가

προσποίητον

영향받은 (것)가

속격 προσποιητοῦ

영향받은 (이)의

προσποιήτου

영향받은 (것)의

여격 προσποιητῷ

영향받은 (이)에게

προσποιήτῳ

영향받은 (것)에게

대격 προσποιητόν

영향받은 (이)를

προσποίητον

영향받은 (것)를

호격 προσποιητέ

영향받은 (이)야

προσποίητον

영향받은 (것)야

쌍수주/대/호 προσποιητώ

영향받은 (이)들이

προσποιήτω

영향받은 (것)들이

속/여 προσποιητοῖν

영향받은 (이)들의

προσποιήτοιν

영향받은 (것)들의

복수주격 προσποιητοί

영향받은 (이)들이

προσποίητα

영향받은 (것)들이

속격 προσποιητῶν

영향받은 (이)들의

προσποιήτων

영향받은 (것)들의

여격 προσποιητοῖς

영향받은 (이)들에게

προσποιήτοις

영향받은 (것)들에게

대격 προσποιητούς

영향받은 (이)들을

προσποίητα

영향받은 (것)들을

호격 προσποιητοί

영향받은 (이)들아

προσποίητα

영향받은 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἅμα τὴν ἀβελτερίαν αὐτοῦ ἐλοιδόρει μετ’ ὀργῆσ προσποιητοῦ. (Aristotle, Economics, Book 2 120:3)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 2 120:3)

  • ὃν οὐχ εἷσ ἀνὴρ ἀλλὰ πᾶσα ἡ ἐξ Ἀρείου πάγου βουλὴ ζητήσασα ἀποπέφαγκε χρήματ’ ἔχειν καθ’ ὑμῶν, ὃσ οὐσίαν ἔχων πολλὴν καὶ παίδων ἀρρένων οὐκ ὄντων αὐτῷ, καὶ οὐδενὸσ ἄλλου δεόμενοσ ὧν <ἂν> ἄνθρωποσ μέτριοσ δεηθείη, οὐκ ἀπέσχετο χρημάτων διδομένων κατὰ τῆσ πατρίδοσ, οὐδ’ ἀπεκρύψατο τὴν ἔμφυτον πονηρίαν, ἀλλ’ ἀνεῖλε πᾶσαν τὴν γεγενημένην αὑτῷ πρὸσ ὑμᾶσ πίστιν, καὶ οἷσ πρότερον ἔφη διαφέρεσθαι, πρὸσ τούτουσ ἔταξεν αὑτόν, καὶ ἐξήλεγξεν αὑτοῦ τὴν προσποίητον καλοκαγαθίαν, ὅτι ψευδὴσ ἦν. (Dinarchus, Speeches, 21:1)

    (디나르코스, 연설, 21:1)

  • ὁ δὲ σοφὸσ ἐκεῖνοσ Ζήνων, ὥσ φησιν Ἀντίγονοσ ὁ Καρύστιοσ, προμαντευόμενοσ ὑμῶν, ὡσ τὸ εἰκόσ, περὶ τοῦ βίου καὶ τῆσ προσποιητοῦ ἐπιτηδεύσεωσ ἔφη ὡσ οἱ παρακούσαντεσ αὐτοῦ τῶν λόγων καὶ μὴ συνέντεσ ἔσονται ῥυπαροὶ καὶ ἀνελεύθεροι, καθάπερ οἱ τῆσ Ἀριστίππου παρενεχθέντεσ αἱρέσεωσ ἄσωτοι καὶ θρασεῖσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 191)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 191)

  • καὶ Θέων τὴν Ὀρέστου μητροκτονίαν καὶ Παρράσιοσ τὴν Ὀδυσσέωσ προσποίητον μανίαν καὶ Χαιρεφάνησ ἀκολάστουσ ὁμιλίασ γυναικῶν πρὸσ ἄνδρασ. (Plutarch, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 3 4:1)

    (플루타르코스, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 3 4:1)

  • Ὀδυσσεὺσ δὲ περὶ τοῦ παιδὸσ εὐλαβηθεὶσ ὡμολόγησε τὴν προσποίητον μανίαν καὶ στρατεύεται. (Apollodorus, Library and Epitome, book E, chapter 3 10:4)

    (아폴로도로스, Library and Epitome, book E, chapter 3 10:4)

  • ἀκολουθεῖ δὲ τῇ ἀδικίᾳ συκοφαντία, ἀλαζονεία, φιλανθρωπία προσποίητοσ, κακοήθεια, πανουργία. (Aristotle, Virtues and Vices 39:1)

    (아리스토텔레스, Virtues and Vices 39:1)

  • ἐφ’ οἷσ ἅπασι πολὺσ ὁ προσποιητὸσ σχετλιασμὸσ ἦν, εἰ μὴ τεύξεται τῶν ἴσων τοῖσ ἄλλοισ, ὡσ πρότερον, ὅτι πελάτησ ἦν αὐτοῦ· (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 11, chapter 33 9:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 11, chapter 33 9:1)

  • καὶ τότε μὲν πείσεσθαι τοῖσ κεκελευσμένοισ προσποιητὸσ ἦν, νυκτὸσ δ’ ἐπιγενομένησ κόψασ τὰ ἀπόγεια ᾤχετο ἐπ’ Ἀλεξανδρείασ πλέων. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 18 194:1)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 18 194:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION