- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κληρωτός?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: klērōtos 고전 발음: [레:로:또] 신약 발음: [레로또]

기본형: κληρωτός κληρωτή κληρωτόν

형태분석: κληρωτ (어간) + ος (어미)

  1. appointed by lot

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 κληρωτός

(이)가

κληρωτή

(이)가

κληρωτόν

(것)가

속격 κληρωτοῦ

(이)의

κληρωτῆς

(이)의

κληρωτοῦ

(것)의

여격 κληρωτῷ

(이)에게

κληρωτῇ

(이)에게

κληρωτῷ

(것)에게

대격 κληρωτόν

(이)를

κληρωτήν

(이)를

κληρωτόν

(것)를

호격 κληρωτέ

(이)야

κληρωτή

(이)야

κληρωτόν

(것)야

쌍수주/대/호 κληρωτώ

(이)들이

κληρωτά

(이)들이

κληρωτώ

(것)들이

속/여 κληρωτοῖν

(이)들의

κληρωταῖν

(이)들의

κληρωτοῖν

(것)들의

복수주격 κληρωτοί

(이)들이

κληρωταί

(이)들이

κληρωτά

(것)들이

속격 κληρωτῶν

(이)들의

κληρωτῶν

(이)들의

κληρωτῶν

(것)들의

여격 κληρωτοῖς

(이)들에게

κληρωταῖς

(이)들에게

κληρωτοῖς

(것)들에게

대격 κληρωτούς

(이)들을

κληρωτάς

(이)들을

κληρωτά

(것)들을

호격 κληρωτοί

(이)들아

κληρωταί

(이)들아

κληρωτά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ταμίας ἐστὶν αὐτοῖς κληρωτός. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 49 4:3)

    (아리스토텔레스, 아테네인들의 정치체제, work Ath. Pol., chapter 49 4:3)

  • ἦσαν δὲ καὶ σιτοφύλακες κληρωτοὶ <ι>, πέντε μὲν εἰς Πειραιέα, πέντε δ εἰς ἄστυ, νῦν δ εἴκοσι μὲν εἰς ἄστυ, πεντεκαίδεκα δ εἰς Πειραιέα. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 51 3:1)

    (아리스토텔레스, 아테네인들의 정치체제, work Ath. Pol., chapter 51 3:1)

  • νῦν δὲ γέγονε κληρωτός. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 54 3:4)

    (아리스토텔레스, 아테네인들의 정치체제, work Ath. Pol., chapter 54 3:4)

  • αὗται μὲν οὖν αἱ ἀρχαὶ κληρωταί τε καὶ κύριαι τῶν εἰρημένων πράξεων εἰσίν. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 55 1:1)

    (아리스토텔레스, 아테네인들의 정치체제, work Ath. Pol., chapter 55 1:1)

  • δοκιμάζονται δ οὗτοι πρῶτον μὲν ἐν τῇ βουλῇ τοῖς φ, πλὴν τοῦ γραμματέως, οὗτος δ ἐν δικαστηρίῳ μόνον ὥσπερ οἱ ἄλλοι ἄρχοντες πάντες γὰρ καὶ οἱ κληρωτοὶ καὶ οἱ χειροτονητοὶ δοκιμασθέντες ἄρχουσιν, οἱ δ ἐννέα ἄρχοντες ἔν τε τῇ βουλῇ καὶ πάλιν ἐν δικαστηρίῳ. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 55 2:1)

    (아리스토텔레스, 아테네인들의 정치체제, work Ath. Pol., chapter 55 2:1)

  • ὁ γὰρ μὴ τοιοῦτος κληρωτὸς ἄν τις εἰή βασιλεύς. (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 8 102:2)

    (아리스토텔레스, 니코마코스 윤리학, Book 8 102:2)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION