ἵστημι
-μι 무어간모음 동사;
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ἵστημι
στήσω
ἔστησα
ἕστακα
ἕσταμαι
ἐστάθην
형태분석:
ί̔στᾱ
(어간)
+
μι
(인칭어미)
어원: for si/sthmi, redupl. from STA
뜻
- 지다, 서다, 심다, 기울다
- 머무르다, 정지시키다, 억제하다, 멈추다
- 흥분시키다, 일으키다, 올리다, 자극하다, 높이다, 들다
- 설치하다, 두다, 세우다
- 설립하다, 세우다, 만들다
- (transitive, active voice of present, imperfect, future, and 1st aorist tenses) to make to stand, to stand, set
- to stop, stay, check
- to set up, to cause to rise, to raise, rouse, stir up
- to set up, appoint
- to establish, institute
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- καὶ Νεεμίου ἐπὶ πολὺ τὸ μνημόσυνον τοῦ ἐγείραντοσ ἡμῖν τείχη πεπτωκότα καὶ στήσαντοσ πύλασ καὶ μοχλοὺσ καὶ ἀνεγείραντοσ τὰ οἰκόπεδα ἡμῶν. ‐ (Septuagint, Liber Sirach 49:13)
(70인역 성경, Liber Sirach 49:13)
- Θεόφραστοσ γὰρ ἐν τοῖσ Περὶ βασιλείασ ἱστορεῖ τὸν Θεμιστοκλέα πέμψαντοσ εἰσ Ὀλυμπίαν Ιἕρωνοσ ἵππουσ ἀγωνιστὰσ καὶ σκηνήν τινα κατεσκευασμένην πολυτελῶσ στήσαντοσ, εἰπεῖν ἐν τοῖσ Ἕλλησι λόγον, ὡσ χρὴ τὴν σκηνὴν διαρπάσαι τοῦ τυράννου καὶ κωλῦσαι τοὺσ ἵππουσ ἀγωνίσασθαι. (Plutarch, , chapter 25 1:2)
(플루타르코스, , chapter 25 1:2)
- εἰσ τὸν αὐτόν Ὑλοβάτασ, φιλόδενδροσ, ὀρεσσαύλου πόσισ Ἀχοῦσ, Πάν, σκοπόσ, εὐκεράου μαλοφύλαξ ἀγέλασ, Πὰν ὁ δασυκνάμων, ὁ πολύσποροσ, ὃσ μετανάστασ ἔδραμον αἰχματᾶν ἐσ δάιν Ἀσσυρίων, Μιλτιάδου στήσαντοσ ὁμάσπιδα περσοδιώκτην, ἵσταμαι, ἀκλήτου ξείνια συμμαχίησ. (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 16, chapter 2331)
(작자 미상, Greek Anthology, Volume V, book 16, chapter 2331)
- καὶ τότε μὲν ὑπεχώρουν οἱ βάρβαροι, τοῦ δ’ Ἀρχελάου πύργον ἕτερον μέγαν ἐπὶ τὸ τεῖχοσ ἄντικρυσ τοῦ Ῥωμαϊκοῦ πύργου στήσαντοσ ἐπυργομάχουν ἐσ ἀλλήλουσ, ἑκατέρωθεν πυκνὰ καὶ θαμινὰ πάντα ἀφιέντεσ, ἑώσ ὁ Σύλλασ ἐκ καταπελτῶν, ἀνὰ εἴκοσιν ὁμοῦ μολυβδαίνασ βαρυτάτασ ἀφιέντων, ἔκτεινέ τε πολλούσ, καὶ τὸν πύργον Ἀρχελάου κατέσεισε καὶ δυσάρμοστον ἐποίησεν, ὡσ εὐθὺσ αὐτὸν ὑπὸ Ἀρχελάου διὰ δέοσ ὀπίσω κατὰ τάχοσ ὑπαχθῆναι. (Appian, The Foreign Wars, chapter 5 7:6)
(아피아노스, The Foreign Wars, chapter 5 7:6)
- καὶ μὴν οὐδ’ ἐκεῖνό γ’ εἰκὸσ ἐναντίον μὲν ἂν τῶν παίδων ὀκνεῖν αὐτοὺσ λοιδορεῖν, ἐν ἅπασι δὲ καὶ ἐκγόνοισ καὶ πολίταισ καὶ ξένοισ τοιαῦτα ψέγειν, καὶ τῶν μὲν ἐν Σικελίᾳ τετελευτηκότων τοὺσ παῖδασ αἰδεῖσθαι καὶ περὶ δωρεῶν αὐτοῖσ πολιτεύεσθαι, τῶν δ’ εἰσ τὰ μέγιστα τῇ πόλει καὶ τοῖσ Ἕλλησιν ὑπαρξάντων μηδὲ τῶν ὀνομάτων φείσασθαι, καὶ εἰ μὲν εἰκόνασ αὐτῶν τοῦ δήμου στήσαντοσ ἐκίνει, πᾶσ ἄν τισ ἔφη νεμεσητὸν εἶναι, ἐπεὶ δ’ ὃ τοῦ πλέονοσ ἄξιον ἦν αὐτοῖσ, τὴν δόξαν τὴν ἀγαθὴν ἀναιρεῖ, τί χρὴ φῆσαι; (Aristides, Aelius, Orationes, 187:11)
(아리스티데스, 아일리오스, 연설, 187:11)
유의어
-
지다
-
머무르다
-
흥분시키다
-
설치하다
-
설립하다
파생어
- ἀμφίστημι (주위에 서다, 주변에 서다)
- ἀνθίστημι (방해하다, 반대하다, 비교하다)
- ἀνίστημι (일으키다, 세우다, 깨어나다)
- ἀντανίστημι (to set up against, to rise up against)
- ἀντικαθίστημι (대신하다, 바꾸다, 되돌리다)
- ἀποκαθίστημι (회복시키다, 회복하다, 수리하다)
- ἀφίστημι (제거하다, 치우다, 빼앗다)
- διίστημι (나누다, 분할하다, 가르다)
- ἐγκαθίστημι (to place or establish in, to place as a garrison in, to be established in)
- ἐνίστημι (지다, 두다, 놓다)
- ἐξανίστημι (떠오르다, 명령하다, 오르다)
- ἐξίστημι (바꾸다, 변하다, 달라지다)
- ἐπανίστημι (떠오르다, 오르다, 뜨다)
- ἐφίστημι (설립하다, 세우다, 설치하다)
- καθίστημι (멈추다, 정지시키다, 정지하다)
- μεθίστημι (바꾸다, 변하다, 달라지다)
- παρακαθίστημι (to station or establish beside)
- παρανίστημι (to set up beside, to stand up beside)
- παρίστημι (출석하다, 제공하다, 혼을 불어넣다)
- περιίστημι (가져오다, 법정에 세우다, 데리다)
- προίστημι (두다, 놓다, 놓이다)
- προκαθίστημι (to set before;, having been set beforehand)
- προσίστημι (앞장서다)
- προσκαθίστημι (to appoint besides)
- συγκαθίστημι (to bring into place together, to join in setting up, settling)
- συμπαρίστημι (돕다, 도와주다, 지원하다)
- συνανίστημι (~와 비교하다, 관계되어 있다, ~에 속하다)
- συναφίστημι (to draw into revolt together, to fall off or revolt along with)
- συνεφίστημι (집중하다, 주의를 기울이다, 관찰하다)
- συνίστημι (얻다, 연합하다, 획득하다)
- ὑφίστημι (지지하다, 지탱하다, 받치다)