- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἱκέσιος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: hikesios 고전 발음: [히께시오] 신약 발음: [이깨시오]

기본형: ἱκέσιος ἱκέσια ἱκέσιον

형태분석: ἱκεσι (어간) + ος (어미)

어원: ἱκέτης

  1. 애원하는
  1. of or consisting of suppliants
  2. suppliant

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἱκέσιος

(이)가

ἱκεσία

(이)가

ἱκέσιον

(것)가

속격 ἱκεσίου

(이)의

ἱκεσίας

(이)의

ἱκεσίου

(것)의

여격 ἱκεσίῳ

(이)에게

ἱκεσίᾳ

(이)에게

ἱκεσίῳ

(것)에게

대격 ἱκέσιον

(이)를

ἱκεσίαν

(이)를

ἱκέσιον

(것)를

호격 ἱκέσιε

(이)야

ἱκεσία

(이)야

ἱκέσιον

(것)야

쌍수주/대/호 ἱκεσίω

(이)들이

ἱκεσία

(이)들이

ἱκεσίω

(것)들이

속/여 ἱκεσίοιν

(이)들의

ἱκεσίαιν

(이)들의

ἱκεσίοιν

(것)들의

복수주격 ἱκέσιοι

(이)들이

ἱκέσιαι

(이)들이

ἱκέσια

(것)들이

속격 ἱκεσίων

(이)들의

ἱκεσιῶν

(이)들의

ἱκεσίων

(것)들의

여격 ἱκεσίοις

(이)들에게

ἱκεσίαις

(이)들에게

ἱκεσίοις

(것)들에게

대격 ἱκεσίους

(이)들을

ἱκεσίας

(이)들을

ἱκέσια

(것)들을

호격 ἱκέσιοι

(이)들아

ἱκέσιαι

(이)들아

ἱκέσια

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τί γὰρ πρὸς ἡμᾶς ἦλθον ἱκεσίᾳ χερί· (Euripides, Suppliants, episode18)

    (에우리피데스, Suppliants, episode18)

  • ἴδοιτο δῆτ ἄνατον φυγὰν ἱκεσία Θέμις Διὸς κλαρίου. (Aeschylus, Suppliant Women, choral, antistrophe 11)

    (아이스킬로스, 탄원하는 여인들, choral, antistrophe 11)

  • πολλὴ δ ἡ ἱκεσία δι ἀφθονίαν κακῶν: (Appian, The Foreign Wars, chapter 12 5:3)

    (아피아노스, The Foreign Wars, chapter 12 5:3)

  • Σελεύκου δὲ θαυμάσαντος εἴ τινα μὴ δύναιτο πεῖσαι Σέλευκος ὁ τῆς Ἀσίας βασιλεύς, ἐπὶ γάμῳ τοιοῦδε παιδός, ἱκεσίᾳ τε καὶ χρήμασι καὶ δωρεαῖς καὶ ὅλῃ τῇ τοσῇδε βασιλείᾳ, περιιούσῃ μὲν ἐς τόνδε τὸν κάμνοντα βασιλέα, δοθησομένῃ δὲ καὶ νῦν ἀντὶ τῆς σωτηρίας εἰ ἤδη τις ἐθέλοι, καὶ μόνον ἀξιοῦντος μαθεῖν τίς ἔστι τὸ γύναιον, ὁ Ἐρασίστρατος ἔφη: (Appian, The Foreign Wars, chapter 10 2:1)

    (아피아노스, The Foreign Wars, chapter 10 2:1)

  • ἐπέλαβε μέντοι καὶ Ἆγιν μετάνοια ὕστερον, καὶ - ἔφερον γὰρ τηνικαῦτα οἴκαδε ἐξ Ἀρκαδίας αὐτὸν νοσοῦντα - ὡς ἐγίνετο ἐν Ἡραίᾳ, καὶ τὸ πλῆθος μάρτυρας ἐποιεῖτο ἦ μὴν Λεωτυχίδην ἑαυτοῦ παῖδα ἡγεῖσθαι καί σφισι σὺν ἱκεσίᾳ τε καὶ δακρύοις ἐπέσκηπτε πρὸς Λακεδαιμονίους ταῦτα ἀπαγγέλλειν. (Pausanias, Description of Greece, , chapter 8 11:3)

    (파우사니아스, Description of Greece, , chapter 8 11:3)

유의어

  1. of or consisting of suppliants

  2. 애원하는

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION