- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

φθιτός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: phthitos 고전 발음: [티또] 신약 발음: [티또]

기본형: φθιτός φθιτή φθιτόν

형태분석: φθιτ (어간) + ος (어미)

어원: φθίνω의 분사형

  1. 죽은, 부패한
  1. the dead
  2. liable to perish

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 φθιτός

죽은 (이)가

φθιτή

죽은 (이)가

φθιτόν

죽은 (것)가

속격 φθιτοῦ

죽은 (이)의

φθιτῆς

죽은 (이)의

φθιτοῦ

죽은 (것)의

여격 φθιτῷ

죽은 (이)에게

φθιτῇ

죽은 (이)에게

φθιτῷ

죽은 (것)에게

대격 φθιτόν

죽은 (이)를

φθιτήν

죽은 (이)를

φθιτόν

죽은 (것)를

호격 φθιτέ

죽은 (이)야

φθιτή

죽은 (이)야

φθιτόν

죽은 (것)야

쌍수주/대/호 φθιτώ

죽은 (이)들이

φθιτά

죽은 (이)들이

φθιτώ

죽은 (것)들이

속/여 φθιτοῖν

죽은 (이)들의

φθιταῖν

죽은 (이)들의

φθιτοῖν

죽은 (것)들의

복수주격 φθιτοί

죽은 (이)들이

φθιταί

죽은 (이)들이

φθιτά

죽은 (것)들이

속격 φθιτῶν

죽은 (이)들의

φθιτῶν

죽은 (이)들의

φθιτῶν

죽은 (것)들의

여격 φθιτοῖς

죽은 (이)들에게

φθιταῖς

죽은 (이)들에게

φθιτοῖς

죽은 (것)들에게

대격 φθιτούς

죽은 (이)들을

φθιτάς

죽은 (이)들을

φθιτά

죽은 (것)들을

호격 φθιτοί

죽은 (이)들아

φθιταί

죽은 (이)들아

φθιτά

죽은 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 φθιτός

φθιτοῦ

죽은 (이)의

φθιτώτερος

φθιτωτεροῦ

더 죽은 (이)의

φθιτώτατος

φθιτωτατοῦ

가장 죽은 (이)의

부사 φθιτώς

φθιτώτερον

φθιτώτατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πῶς γάρ, ὁ μὲν παρὰ θεοῖς, ὁ δὲ παρὰ τοῖς φθιτοῖς ὤν· (Lucian, Dialogi deorum, 8:4)

    (루키아노스, Dialogi deorum, 8:4)

  • ἀλλ ὅμως ἐκείνους μὲν ἀποφαίνει θεούς, τούτοις δ ὡς φθιτοῖς καὶ ἡρ´ωσιν ἐναγίζειν οἰέται δεῖν ἀλλὰ μὴ θύειν ὡς θεοῖς. (Plutarch, De Herodoti malignitate, section 13 6:1)

    (플루타르코스, De Herodoti malignitate, section 13 6:1)

  • καὶ γάρ ἡ λέξις ἔγγιστα τοῦτο σημαίνει, καὶ τοῖς φθιτοῖς ἐναγίζουσι τότε καὶ τὴν τῶν Λουπερκαλίων ἑορτὴν εἰς τὰ πολλὰ καθαρμῷ προσεοικυῖαν τελοῦσιν ὁ δὲ πρῶτος Ιἀνουάριος ἀπὸ τοῦ Ιἀνοῦ, δοκεῖ δέ μοι τὸν Μάρτιον ὁ Νομᾶς ἐπώνυμον ὄντα τοῦ Ἄρεως ἐκ τῆς προεδρίας μεταστῆσαι, βουλόμενος ἐν παντὶ τῆς πολεμικῆς δυνάμεως προτιμᾶσθαι τὴν πολιτικήν. (Plutarch, Numa, chapter 19 5:2)

    (플루타르코스, Numa, chapter 19 5:2)

  • δεύτερον δὲ χρὴ χοὰς Γῇ τε καὶ φθιτοῖς χέασθαι: (Aeschylus, Persians, episode, trochees3)

    (아이스킬로스, 페르시아인들, episode, trochees3)

  • ἔπειτα Γῇ τε καὶ φθιτοῖς δωρήματα ἥξω λαβοῦσα πέλανον ἐξ οἴκων ἐμῶν, - ἐπίσταμαι μὲν ὡς ἐπ ἐξειργασμένοις, ἀλλ ἐς τὸ λοιπὸν εἴ τι δὴ λῷον πέλοι. (Aeschylus, Persians, episode 7:6)

    (아이스킬로스, 페르시아인들, episode 7:6)

유의어

  1. 죽은

  2. liable to perish

관련어

명사

형용사

동사

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION