- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

νεκρός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: nekros 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: νεκρός

형태분석: νεκρ (어간) + ος (어미)

  1. 죽은, 부패한
  1. dead

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 νεκρός

죽은 (이)가

νεκρά

죽은 (이)가

νέκρον

죽은 (것)가

속격 νεκροῦ

죽은 (이)의

νεκρᾶς

죽은 (이)의

νέκρου

죽은 (것)의

여격 νεκρῷ

죽은 (이)에게

νεκρᾷ

죽은 (이)에게

νέκρῳ

죽은 (것)에게

대격 νεκρόν

죽은 (이)를

νεκράν

죽은 (이)를

νέκρον

죽은 (것)를

호격 νεκρέ

죽은 (이)야

νεκρά

죽은 (이)야

νέκρον

죽은 (것)야

쌍수주/대/호 νεκρώ

죽은 (이)들이

νεκρά

죽은 (이)들이

νέκρω

죽은 (것)들이

속/여 νεκροῖν

죽은 (이)들의

νεκραῖν

죽은 (이)들의

νέκροιν

죽은 (것)들의

복수주격 νεκροί

죽은 (이)들이

νεκραί

죽은 (이)들이

νέκρα

죽은 (것)들이

속격 νεκρῶν

죽은 (이)들의

νεκρῶν

죽은 (이)들의

νέκρων

죽은 (것)들의

여격 νεκροῖς

죽은 (이)들에게

νεκραῖς

죽은 (이)들에게

νέκροις

죽은 (것)들에게

대격 νεκρούς

죽은 (이)들을

νεκράς

죽은 (이)들을

νέκρα

죽은 (것)들을

호격 νεκροί

죽은 (이)들아

νεκραί

죽은 (이)들아

νέκρα

죽은 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 νεκρός

νεκροῦ

죽은 (이)의

νεκρότερος

νεκροτεροῦ

더 죽은 (이)의

νεκρότατος

νεκροτατοῦ

가장 죽은 (이)의

부사 νέκρως

νεκρότερον

νεκρότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἰδοὺ Βαρὰκ διώκων τὸν Σισάρα, καὶ ἐξῆλθεν Ἰαὴλ εἰς συνάντησιν αὐτῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ. δεῦρο καὶ δείξω σοι τὸν ἄνδρα, ὃν σὺ ζητεῖς. καὶ εἰσῆλθε πρὸς αὐτήν, καὶ ἰδοὺ Σισάρα ἐρριμμένος νεκρὸς καὶ ὁ πάσσαλος ἐν τῷ κροτάφῳ αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Iudicum 4:22)

    (70인역 성경, 판관기 4:22)

  • ἐπελήσθην ὡσεὶ νεκρὸς ἀπὸ καρδίας, ἐγενήθην ὡσεὶ σκεῦος ἀπολωλός. (Septuagint, Liber Psalmorum 30:13)

    (70인역 성경, 시편 30:13)

  • σὺ δὲ ριφήσῃ ἐν τοῖς ὄρεσιν ὡς νεκρὸς ἐβδελυγμένος μετὰ πολλῶν τεθνηκότων ἐκκεκεντημένων μαχαίραις, καταβαινόντων εἰς ᾅδου. ὃν τρόπον ἱμάτιον ἐν αἵματι πεφυρμένον οὐκ ἔσται καθαρόν, (Septuagint, Liber Isaiae 14:19)

    (70인역 성경, 이사야서 14:19)

  • ὡς εἴ τῳ μὴ εἰή καταλελειμμένος ὑπέρ γῆς φίλος ἢ συγγενής, ἄσιτος οὗτος νεκρὸς καὶ λιμώττων ἐν αὐτοῖς πολιτεύεται. (Lucian, (no name) 9:2)

    (루키아노스, (no name) 9:2)

  • πρὸς Διός, ἐὰν λέγῃ ταῦτα ὁ νεκρὸς ἐπιστραφείς, ἀνακλίνας αὑτὸν ἐπ ἀγκῶνος, οὐκ ἂν οἰόμεθα δικαιότατα ἂν αὐτὸν εἰπεῖν · (Lucian, (no name) 18:2)

    (루키아노스, (no name) 18:2)

유의어

  1. 죽은

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION