헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

φιλότης

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: φιλότης φιλότητος

형태분석: φιλοτητ (어간) + ς (어미)

어원: fi/los

  1. 사랑, 애정, 우정, 우애
  1. friendship, love, affection
  2. (figuratively) friendship between states
  3. (Homeric) sexual love or intercourse

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 φιλότης

사랑이

φιλότητε

사랑들이

φιλότητες

사랑들이

속격 φιλότητος

사랑의

φιλοτήτοιν

사랑들의

φιλοτήτων

사랑들의

여격 φιλότητι

사랑에게

φιλοτήτοιν

사랑들에게

φιλότησιν*

사랑들에게

대격 φιλότητα

사랑을

φιλότητε

사랑들을

φιλότητας

사랑들을

호격 φιλότη

사랑아

φιλότητε

사랑들아

φιλότητες

사랑들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἰᾶ δὲ χαλκείοισι καλυψαμένη χρόα πέπλοισ καὶ φεύγεισ φιλότητα καὶ Ἄρεοσ ἔργα διώκεισ, ἁρμονίησ ἀδίδακτοσ, ὁμοφροσύνησ ἀδαήμων. (Colluthus, Rape of Helen, book 1100)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 1100)

  • ξεινοδόκον κακὰ ῥέξεν, ὅ κεν φιλότητα παράσχῃ. (Lucian, Fugitivi, (no name) 30:7)

    (루키아노스, Fugitivi, (no name) 30:7)

  • ὁ μὲν γὰρ Ὅμηροσ τὰ ἥδιστα καὶ κάλλιστα καταλέγων, ὕπνον καὶ φιλότητα καὶ μολπὴν καὶ ὄρχησιν , μόνην ταύτην ἀμύμονα ὠνόμασεν, προσμαρτυρήσασ νὴ Δία καὶ τὸ ἡδὺ τῇ μολπῇ, ἅπερ ἀμφότερα τῇ ὀρχηστικῇ] πρόσεστιν, καὶ ᾠδὴ γλυκερὰ καὶ ὀρχησμὸσ ^ ἀμύμων, ὃν σὺ νῦν μωμᾶσθαι ἐπινοεῖσ. (Lucian, De saltatione, (no name) 23:3)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 23:3)

  • εἰ δὲ σέ γ’ αὖτισ ἡγῆτ’ ἐσ φιλότητα, δίκην δ’ ἐθέλῃσι παρασχεῖν, δέξασθαι· (Hesiod, Works and Days, Book WD 78:6)

    (헤시오도스, 일과 날, Book WD 78:6)

  • μετὰ τὴν δ’ Ἀπάτην τέκε καὶ Φιλότητα Γῆράσ τ’ οὐλόμενον, καὶ Ἔριν τέκε καρτερόθυμον. (Hesiod, Theogony, Book Th. 25:6)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 25:6)

  • ταύτην δ’ ἐξ ἀρχῆσ τιμὴν ἔχει ἠδὲ λέλογχε μοῖραν ἐν ἀνθρώποισι καὶ ἀθανάτοισι θεοῖσι, παρθενίουσ τ’ ὀάρουσ μειδήματά τ’ ἐξαπάτασ τε τέρψιν τε γλυκερὴν φιλότητά τε μειλιχίην τε. (Hesiod, Theogony, Book Th. 22:15)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 22:15)

유의어

  1. 사랑

  2. sexual love or intercourse

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION