Ancient Greek-English Dictionary Language

ἐπιχείρησις

Third declension Noun; Feminine 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ἐπιχείρησις ἐπιχείρησεως

Structure: ἐπιχειρησι (Stem) + ς (Ending)

Sense

  1. an attempt, attack

Examples

  • ἐστασίαζέν τε οὖν τὰ τῶν πόλεων, καὶ τὰ ἐφυστερίζοντά που ἐπιπύστει τῶν προγενομένων πολὺ ἐπέφερε τὴν ὑπερβολὴν τοῦ καινοῦσθαι τὰσ διανοίασ τῶν τ’ ἐπιχειρήσεων περιτεχνήσει καὶ τῶν τιμωριῶν ἀτοπίᾳ. (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 293)
  • τῶν τ’ ἐπιχειρήσεων ἐπιτεχνήσει καὶ τῶν τιμωριῶν ἀτοπίᾳ· (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 29 2:1)
  • ἐστασίαζέ τε οὖν τὰ τῶν πόλεων, καὶ τὰ ἀφυστερίζοντά που πύστει τῶν προγενομένων πολὺ ἐπέφερε τὴν ὑπερβολὴν ἐσ τὸ καινοῦσθαι τὰσ διανοίασ τῶν τ’ ἐπιχειρήσεων περιτεχνήσει καὶ τῶν τιμωριῶν ἀτοπίᾳ. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 19)
  • καὶ ὁ διὰ μέσου χρόνοσ οὐκ ὀλίγοσ ἐγένετο φόβῳ τῶν ἐπιχειρήσεων τριβόμενοσ· (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books VII-IX, book 8, chapter 88 4:1)
  • μία δ’ οὖν καὶ αὕτη τῶν ἐπιχειρήσεων ἦν, εἰ μὲν ἑκόντεσ παραδέχοιντο αὐτόν, εἰ δὲ μή, ὡσ πολεμήσοντοσ· (Strabo, Geography, book 16, chapter 4 53:18)

Related

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION