헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπίκειμαι

-μι 무어간모음 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπίκειμαι

형태분석: ἐπι (접두사) + κεί (어간) + μαι (인칭어미)

  1. 몰아대다, 다그치다, 뒤쫓다, 따라가다
  2. ~위에 걸다, 달다
  3. 깔리다, 묻히다
  1. to be laid upon
  2. to be put to or closed
  3. to be placed in or on
  4. lying off, off the coast
  5. to press upon, be urgent, to press upon
  6. to hang over, imposed
  7. having their, covered, under an assumed

활용 정보

현재 시제

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἰ δέ τισ ἢ μειδιάσειε πρὸσ τὰ γινόμενα ἢ μὴ φαίνοιτο πάνυ εὐσεβῶν, θάνατοσ ἐπέκειτο ἡ ζημία. (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 17:4)

    (루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 17:4)

  • χρόνῳ δὲ ἡ Μέγιλλα ὑπόθερμοσ ἤδη οὖσα τὴν μὲν πηνήκην ἀφείλετο τῆσ κεφαλῆσ, ἐπέκειτο δὲ πάνυ ὁμοία καὶ προσφυήσ, καὶ ἐν χρῷ ὤφθη αὐτὴ καθάπερ οἱ σφόδρα ἀνδρώδεισ τῶν ἀθλητῶν ἀποκεκαρμένη· (Lucian, Dialogi meretricii, 3:4)

    (루키아노스, Dialogi meretricii, 3:4)

  • ἡ δὲ Μεσσήνη τότε ὑμῖν ἐπέκειτο χὠ θεὸσ σείων ἅμα. (Aristophanes, Lysistrata, Choral, anapests 1:13)

    (아리스토파네스, Lysistrata, Choral, anapests 1:13)

  • "ἐπὶ δὲ τὸν Πτολεμαίου τοῦ Σωτῆροσ θρόνον στέφανοσ ἐπέκειτο ἐκ μυρίων κατεσκευασμένοσ χρυσῶν, ἐπόμπευσε δὲ καὶ θυμιατήρια χρυσᾶ τριακόσια καὶ πεντήκοντα, καὶ βωμοὶ δὲ ἐπίχρυσοι ἐστεφανωμένοι χρυσοῖσ στεφάνοισ· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 31 3:6)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 31 3:6)

  • "τῶν δὲ κιόνων τὰ μὲν σώματα ἦν κυπαρίσσινα, αἱ δὲ κεφαλαὶ Κορινθιουργεῖσ, ἐλέφαντι καὶ χρυσῷ διακεκοσμημέναι, τὸ δὲ ἐπιστύλιον ἐκ χρυσοῦ τὸ ὅλον ἐφ’ οὗ διάζωσμα ἐφήρμοστο περιφανῆ ζῴδια ἔχον ἐλεφάντινα μείζω πηχυαίων, τῇ μὲν τέχνῃ μέτρια, τῇ χορηγίᾳ δὲ ἀξιοθαύμαστα, ἐπέκειτο δὲ καὶ στέγη καλὴ τῷ συμποσίῳ τετράγωνοσ κυπαρισσίνη· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 3728)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 3728)

유의어

  1. to be laid upon

  2. to be put to or closed

  3. to be placed in or on

  4. 몰아대다

  5. ~위에 걸다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION