- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔντερον?

2군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: enteron 고전 발음: [엔떼론] 신약 발음: [앤때론]

기본형: ἔντερον ἐντέρου

형태분석: ἐντερ (어간) + ον (어미)

어원: ἐντός

  1. 자궁, 배, 복부, 내장, 대장, 모태
  2. 손가방, 자루
  1. (chiefly in the plural) intestine, gut, belly, bowel, womb
  2. bag

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἔντερον

자궁이

ἐντέρω

자궁들이

ἔντερα

자궁들이

속격 ἐντέρου

자궁의

ἐντέροιν

자궁들의

ἐντέρων

자궁들의

여격 ἐντέρῳ

자궁에게

ἐντέροιν

자궁들에게

ἐντέροις

자궁들에게

대격 ἔντερον

자궁을

ἐντέρω

자궁들을

ἔντερα

자궁들을

호격 ἔντερον

자궁아

ἐντέρω

자궁들아

ἔντερα

자궁들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • αἰτίη δὲ τὸ βάθος τὸ σαρκοειδὲς τοῦ ἐντέρου. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 142)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 142)

  • Ἐντέρων τὰ μὲν ἄνω λεπτὰ καὶ χολώδεα μέσφι τοῦ τυφλοῦ, χολάδες ἐπίκλην· ἀπὸ δὲ τουτέων τὰ κάτω παχέα καὶ σαρκώδεα μέσφι τῆς ἀρχῆς τοῦ εὐθέος ἐντέρου. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 190)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 190)

  • τάδε μέντοι ἀπὸ τοῦ εὐθέος τοῦ παραμήκεος ἐντέρου. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 208)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 208)

  • Χρὴ δὲ τό γε πάμπαν οὕτω ποιέειν‧ ἢν νεοβρῶτι ἐόντι αὐτέῳ καὶ κοιλίης μήπω ὑποκεχωρηκυίης ἄρξηται ὁ πυρετὸς, ἤν τε ξὺν ὀδύνῃ, ἤν τε ἄνευ ὀδύνης, ἐπισχεῖν τὴν δόσιν τοῦ Ῥοφήματος, ἔστ ἂν οἰήται κεχωρηκέναι ἐς τὸ κάτω μέρος τοῦ ἐντέρου τὸ σιτίον. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 6.2)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 6.2)

  • Ὁ μὲν γλυκὺς ἧσσόν ἐστι καρηβαρικὸς τοῦ οἰνώδεος, καὶ ἧσσον φρενῶν ἁπτόμενος, καὶ διαχωρητικώτερος δή τι τοῦ ἑτέρου κατ ἔντερον, μεγαλόσπλαγχνος δὲ σπληνὸς καὶ ἥπατος‧ οὐκ ἐπιτήδειος δὲ οὐδὲ τοῖσι πικροχόλοισι‧ καὶ γὰρ οὖν διψώδης τοῖσί γε τοιουτέοισίν ἐστιν‧ ἀτὰρ καὶ φυσώδης τοῦ ἐντέρου τοῦ ἄνω‧ οὐ μὴν πολέμιός γε τῷ ἐντέρῳ τῷ κάτω, ὡς κατὰ λόγον τῆς φύσης‧ καίτοι γε οὐ πάνυ πορίμη ἐστὶν ἡ ἀπὸ τοῦ γλυκέος οἴνου φῦσα, ἀλλ ἐγχρονίζει περὶ ὑποχόνδρια. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 14.2)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 14.2)

유의어

  1. 자궁

  2. 손가방

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION