- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔντερον?

2군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: enteron 고전 발음: [엔떼론] 신약 발음: [앤때론]

기본형: ἔντερον ἐντέρου

형태분석: ἐντερ (어간) + ον (어미)

어원: ἐντός

  1. 자궁, 배, 복부, 내장, 대장, 모태
  2. 손가방, 자루
  1. (chiefly in the plural) intestine, gut, belly, bowel, womb
  2. bag

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἔντερον

자궁이

ἐντέρω

자궁들이

ἔντερα

자궁들이

속격 ἐντέρου

자궁의

ἐντέροιν

자궁들의

ἐντέρων

자궁들의

여격 ἐντέρῳ

자궁에게

ἐντέροιν

자궁들에게

ἐντέροις

자궁들에게

대격 ἔντερον

자궁을

ἐντέρω

자궁들을

ἔντερα

자궁들을

호격 ἔντερον

자궁아

ἐντέρω

자궁들아

ἔντερα

자궁들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὕπνος ὑγιείας ἐπὶ ἐντέρῳ μετρίῳ, ἀνέστη πρωΐ, καὶ ἡ ψυχὴ αὐτοῦ μετ᾿ αὐτοῦ. πόνος ἀγρυπνίας καὶ χολέρας καὶ στρόφος μετὰ ἀνδρὸς ἀπλήστου. (Septuagint, Liber Sirach 31:20)

    (70인역 성경, Liber Sirach 31:20)

  • παρεσκεύαστο δὲ πολλὰ καὶ ποικίλα, δίχηλα ὑειά καὶ σχελίδες καὶ ἠτριαία καὶ τοκάδος ὑὸς τὸ ἐμβρυοδόχον ἔντερον καὶ λοβὸς ἐκ ταγήνου καὶ μυττωτὸς καὶ ἀβυρτάκη καὶ τοιαῦταί τινες καρυκεῖαι καὶ θρυμματίδες καὶ θρῖα καὶ μελιτοῦτται: (Lucian, Lexiphanes, (no name) 6:3)

    (루키아노스, Lexiphanes, (no name) 6:3)

  • "καὶ γὰρ καὶ λάγυνον τουτονὶ παρηβηκότος ἥκω ὑμῖν κομίζων καὶ τυροῦ τροφαλίδας ^ καὶ ἐλαίας χαμαιπετεῖς - φυλάττω δ αὐτὰς ὑπὸ σφραγῖσιν θριπηδέστοις - καὶ ἄλλας ἐλαίας νευστὰς καὶ πήλινα ταυτὶ ποτήρια, ὀξυόστρακα, εὐπυνδάκωτα, ὡς ἐξ αὐτῶν πίνοιμεν, καὶ πλακοῦντα ἐξ ἐντέρων κρωβυλώδη τὴν πλοκήν. (Lucian, Lexiphanes, (no name) 13:1)

    (루키아노스, Lexiphanes, (no name) 13:1)

  • ἀλλ ἤδη μὲν καθαρὸς οὑτοσὶ πλὴν εἴ τι μεμένηκεν ὑπόλοιπον ἐν τοῖς κάτω ἐντέροις. (Lucian, Lexiphanes, (no name) 21:9)

    (루키아노스, Lexiphanes, (no name) 21:9)

  • παῖ αὐτὸν ἀνδρειότατα, καὶ γάστριζε καὶ τοῖς ἐντέροις καὶ τοῖς κόλοις, χὤπως κολᾷ τὸν ἄνδρα. (Aristotle, Agon, pnigos15)

    (아리스토텔레스, Agon, pnigos15)

  • ἡ δὲ ἀμία παρ ὅλον τὸ ἔντερον παρατεταμένην ἔχει τὴν χολήν, ἱέραξ δὲ καὶ ἰκτῖνος πρὸς τῷ ἥπατι καὶ τοῖς ἐντέροις: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 48 3:4)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 48 3:4)

  • "ὁ γλυκὺς ἧσσόν ἐστι καρηβαρικὸς τοῦ οἰνώδεος καὶ ἧσσον φρενῶν ἁπτόμενος καὶ διαχωρητικώτερος τοῦ ἑτέρου κατ ἔντερον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 24 2:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 24 2:2)

  • "μῦμα δὲ παντὸς ἱερείου, καὶ ὄρνιθος δὲ χρὴ ποιεῖν τὰ ἁπαλὰ τῶν κρεῶν μικρὰ συντεμόντα καὶ τὰ σπλάγχνα καὶ τὸ ἔντερον καὶ τὸ αἷμα διαθρύψαντα καὶ ἀρτύσαντα ὄξει, τυρῷ ὀπτῷ, σιλφίῳ, κυμίνῳ, θύμῳ χλωρῷ καὶ ξηρῷ, θύμβρᾳ, κοριάννῳ χλωρῷ τε καὶ ξηρῷ, καὶ γητείῳ καὶ κρομμύῳ καθαρῷ πεφωσμένῳ ἢ μήκωνι καὶ σταφίδι ἢ μέλιτι καὶ ῥόας ὀξείας κόκκοις. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 823)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 823)

  • ἡ δ ἄρκτος, ὅταν ἐκ τοῦ φωλεοῦ προέλθῃ, τὸ ἄρον ἐσθίουσα πρῶτον τὸ ἄγριον ἡ γὰρ δριμύτης ἀνοίγει συμπεφυκὸς αὐτῆς τὸ ἔντερον: (Plutarch, De sollertia animalium, chapter, section 20 3:2)

    (플루타르코스, De sollertia animalium, chapter, section 20 3:2)

유의어

  1. 자궁

  2. 손가방

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION