- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἔμψυχος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: empsychos 고전 발음: [쉬코] 신약 발음: [쉬코]

기본형: ἔμψυχος ἔμψυχον

형태분석: ἐμψυχ (어간) + ος (어미)

어원: ἐν, ψυχή

  1. 살아있는, 생기 넘치는, 움직이는, 생명이 있는
  2. 활발한
  1. having life in one, alive, living
  2. animated

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἔμψυχος

살아있는 (이)가

ἔμψυχον

살아있는 (것)가

속격 ἐμψύχου

살아있는 (이)의

ἐμψύχου

살아있는 (것)의

여격 ἐμψύχῳ

살아있는 (이)에게

ἐμψύχῳ

살아있는 (것)에게

대격 ἔμψυχον

살아있는 (이)를

ἔμψυχον

살아있는 (것)를

호격 ἔμψυχε

살아있는 (이)야

ἔμψυχον

살아있는 (것)야

쌍수주/대/호 ἐμψύχω

살아있는 (이)들이

ἐμψύχω

살아있는 (것)들이

속/여 ἐμψύχοιν

살아있는 (이)들의

ἐμψύχοιν

살아있는 (것)들의

복수주격 ἔμψυχοι

살아있는 (이)들이

ἔμψυχα

살아있는 (것)들이

속격 ἐμψύχων

살아있는 (이)들의

ἐμψύχων

살아있는 (것)들의

여격 ἐμψύχοις

살아있는 (이)들에게

ἐμψύχοις

살아있는 (것)들에게

대격 ἐμψύχους

살아있는 (이)들을

ἔμψυχα

살아있는 (것)들을

호격 ἔμψυχοι

살아있는 (이)들아

ἔμψυχα

살아있는 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ἔμψυχος

ἐμψύχου

살아있는 (이)의

ἐμψυχότερος

ἐμψυχοτέρου

더 살아있는 (이)의

ἐμψυχότατος

ἐμψυχοτάτου

가장 살아있는 (이)의

부사 ἐμψύχως

ἐμψυχότερον

ἐμψυχότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • λέγω δὲ κτήματα μέν, οἱο῀ν καρποῖς καὶ ἐσθῆτι ποία συμφέρει, καὶ τῶν καρπῶν ποία ξηροῖς καὶ ποία ὑγροῖς, καὶ τῶν ἄλλων κτημάτων ποία ἐμψύχοις καὶ ποία ἀψύχοις, καὶ δούλοις καὶ ἐλευθέροις, καὶ γυναιξὶ καὶ ἀνδράσι, καὶ ξένοις καὶ ἀστοῖς. (Aristotle, Economics, Book 1 42:2)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 1 42:2)

  • ἢ νῦν ἐκείνους ἀπόδος ἐμψύχους πάλιν, ἢ τήνδε πατρὸς εὐσεβοῦς ἀνάγκασον κρείσσω φανεῖσαν τἀμά γ ἀποδοῦναι λέχη. (Euripides, Helen, episode, dialogue 13:2)

    (에우리피데스, Helen, episode, dialogue 13:2)

  • τοῖς μανθάνουσιν, οὕτως ὁ πολιτικὸς οὐ λέγων μόνον οὐδ ὑπαγορεύων ἔξωθεν ἀλλὰ πράττων τὰ κοινὰ καὶ διοικῶν ἐπευθύνει τὸν νέον, ἔργοις ἅμα καὶ λόγοις πλαττόμενον ἐμψύχως καὶ κατασχηματιζόμενον. (Plutarch, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 12 7:1)

    (플루타르코스, An seni respublica gerenda sit, chapter, section 12 7:1)

  • Ἐμπεδοκλῆς δ ὁ Ἀκραγαντῖνος ἵπποις Ὀλύμπια νικήσας, Πυθαγορικὸς ὢν καὶ ἐμψύχων ἀπεχόμενος, ἐκ σμύρνης καὶ λιβανωτοῦ καὶ τῶν πολυτελεστάτων ἀρωμάτων βοῦν ἀναπλάσας διένειμε τοῖς εἰς τὴν πανήγυριν ἀπαντήσασιν. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 5 1:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 5 1:3)

  • ἐπειδὰν γὰρ ἐκ διαστήματος αὐτομάτως κράδαι συμπέσωσι, ἐμψύχων περιπλοκῇ ἐν τῷ μένουσιν ἡνωμέναι καθάπερ ἀπὸ ῥίζης μιᾶς, καὶ τὸ λοιπὸν ἀνατρέχουσιν καὶ ζωοφυτοῦσιν διὸ καὶ τοῖς ἡμέροις φυλακὴν ἀπ αὐτῶν κατασκευάζουσιν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 29 3:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 15, book 15, chapter 29 3:1)

  • ὡς ἔφη Πίνδαρος, οὐκ ἐν βιβλίοις ἔξω γεγραμμένος οὐδέ τισι ξύλοις, ἀλλ ἔμψυχος ὢν ἐν αὐτῷ λόγος, ἀεὶ συνοικῶν καὶ παραφυλάττων καὶ μηδέποτε τὴν ψυχὴν ἐῶν ἔρημον ἡγεμονίας. (Plutarch, Ad principem ineruditum, chapter, section 3 1:2)

    (플루타르코스, Ad principem ineruditum, chapter, section 3 1:2)

  • καὶ λόγον ἔχουσα προτροπὴ καὶ παράδειγμα καὶ ζῆλον οἰκεῖον ἔμψυχός ἐστι καὶ κινεῖ καὶ παροξύνει, καὶ μεθ ὁρμῆς καὶ προαιρέσεως ἐλπίδας ὡς ἐφικτῶν καὶ οὐκ ἀδυνάτων παρίστησι. (Plutarch, De Se Ipsum Citra Invidiam Laudando, section 15 3:2)

    (플루타르코스, De Se Ipsum Citra Invidiam Laudando, section 15 3:2)

  • οὐ γὰρ πάθος οὐδὲ συμβεβηκὸς ἧς ἔτυχε κινήσεως ὁ χρόνος ἐστίν, αἰτία δὲ καὶ δύναμις καὶ ἀρχὴ τῆς πάντα συνεχούσης τὰ γιγνόμενα συμμετρίας καὶ τάξεως, ἣν ἡ τοῦ ὅλου φύσις ἔμψυχος οὖσα κινεῖται: (Plutarch, Platonicae quaestiones, chapter 8, section 4 6:2)

    (플루타르코스, Platonicae quaestiones, chapter 8, section 4 6:2)

  • εἴπερ ἔμψυχός γ ἐγώ. (Sophocles, episode 4:27)

    (소포클레스, episode 4:27)

  • ὁ δέ, ἅτ ἔμψυχος ὢν καὶ λαβὼν ἀναπνοήν, τοῦθ ᾗπερ ἀνέπνευσεν, τῆς ἐκροῆς ζωτικὴν ἐπιθυμίαν ἐμποιήσας αὐτῷ, τοῦ γεννᾶν ἔρωτα ἀπετέλεσεν. (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 485:1)

    (플라톤, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 485:1)

유의어

  1. 살아있는

  2. 활발한

관련어

명사

형용사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION