헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐξαιρετός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐξαιρετός ἐξαιρετή ἐξαιρετόν

형태분석: ἐξαιρετ (어간) + ος (어미)

어원: from e)caire/w

  1. 두드러진, 특별한, 상당한, 위대한
  1. that can be taken out, removable
  2. taken out, picked out, chosen
  3. excepted, special, remarkable

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἐξαιρετός

(이)가

ἐξαιρετή

(이)가

ἐξαιρετόν

(것)가

속격 ἐξαιρετοῦ

(이)의

ἐξαιρετῆς

(이)의

ἐξαιρετοῦ

(것)의

여격 ἐξαιρετῷ

(이)에게

ἐξαιρετῇ

(이)에게

ἐξαιρετῷ

(것)에게

대격 ἐξαιρετόν

(이)를

ἐξαιρετήν

(이)를

ἐξαιρετόν

(것)를

호격 ἐξαιρετέ

(이)야

ἐξαιρετή

(이)야

ἐξαιρετόν

(것)야

쌍수주/대/호 ἐξαιρετώ

(이)들이

ἐξαιρετᾱ́

(이)들이

ἐξαιρετώ

(것)들이

속/여 ἐξαιρετοῖν

(이)들의

ἐξαιρεταῖν

(이)들의

ἐξαιρετοῖν

(것)들의

복수주격 ἐξαιρετοί

(이)들이

ἐξαιρεταί

(이)들이

ἐξαιρετά

(것)들이

속격 ἐξαιρετῶν

(이)들의

ἐξαιρετῶν

(이)들의

ἐξαιρετῶν

(것)들의

여격 ἐξαιρετοῖς

(이)들에게

ἐξαιρεταῖς

(이)들에게

ἐξαιρετοῖς

(것)들에게

대격 ἐξαιρετούς

(이)들을

ἐξαιρετᾱ́ς

(이)들을

ἐξαιρετά

(것)들을

호격 ἐξαιρετοί

(이)들아

ἐξαιρεταί

(이)들아

ἐξαιρετά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τῶν λίθων παρασκευάσασθαι ἕνα ἐξαιρετὸν εἶναι ἐκ τοῦ τοίχου ῥηιδίωσ καὶ ὑπὸ δύο ἀνδρῶν καὶ ὑπὸ ἑνόσ. (Herodotus, The Histories, book 2, chapter 121A 1:4)

    (헤로도토스, The Histories, book 2, chapter 121A 1:4)

  • ἐγὼ δὲ δίδωμί σοι Σίκιμα ἐξαίρετον ὑπὲρ τοὺσ ἀδελφούσ σου, ἣν ἔλαβον ἐκ χειρὸσ Ἀμορραίων ἐν μαχαίρᾳ μου καὶ τόξῳ. (Septuagint, Liber Genesis 48:22)

    (70인역 성경, 창세기 48:22)

  • φέρε δή, ἐξ ἁπασῶν ἤδη τούτων ὡσ οἱο͂́ν τε συναρμόσασ μίαν σοι εἰκόνα ἐπιδείξω, τὸ ἐξαίρετον παρ’ ἑκάστησ ἔχουσαν. (Lucian, Imagines, (no name) 5:2)

    (루키아노스, Imagines, (no name) 5:2)

  • οὐδὲν γοῦν καὶ ἐν ἐκείνοισ μᾶλλον ἐπαινοῦμεν ἢ τὸ ^ ἐοικέναι τοῖσ ὑποκειμένοισ προσώποισ καὶ μὴ ἀπῳδὰ εἶναι τὰ λεγόμενα τῶν εἰσαγομένων ἀριστέων ἢ τυραννοκτόνων ἢ πενήτων ἢ γεωργῶν, ἀλλ’ ἐν ἑκάστῳ τούτων τὸ ἴδιον καὶ τὸ ἐξαίρετον δείκνυσθαι. (Lucian, De saltatione, (no name) 65:2)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 65:2)

  • οὐδαμῶσ, ἀλλ’ ὁ Ἑρμῆσ, οὗπερ ἱερόσ εἰμι, ἐξαίρετον ἔδωκέ μοι τοῦτο, ἤν τισ τὸ οὐραῖον πτερὸν τὸ μήκιστον, ὃ δι’ ἁπαλότητα ἐπικαμπέσ ἐστι ‐ δύο δ’ ἔστι σοι τοιαῦτα. (Lucian, Gallus, (no name) 28:8)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 28:8)

  • ἀλλὰ παρ’ ἡμῶν ἐξαίρετον ^ τῆσ συμβουλῆσ τοῦτό ἐστιν, ὅτι ἡδίστην τε ἅμα καὶ ἐπιτομωτάτην καὶ ἱππήλατον καὶ κατάντη σὺν πολλῇ τῇ θυμηδίᾳ καὶ τρυφῇ διὰ λειμώνων εὐανθῶν καὶ σκιᾶσ ἀκριβοῦσ σχολῇ καὶ βάδην ἀνιὼν ἀνιδρωτὶ ἐπιστήσῃ τῇ ἄκρᾳ καὶ ἀγρεύσεισ ^ οὐ καμὼν καὶ νὴ Δί’ εὐωχήσῃ κατακείμενοσ, ἐκείνουσ ^ ὁπόσοι τὴν ἑτέραν ἐτράποντο ἀπὸ τοῦ ὑψηλοῦ ἐπισκοπῶν ἐν τῇ ὑπωρείᾳ τῆσ ἀνόδου ἔτι, κατὰ δυσβάτων καὶ ὀλισθηρῶν τῶν κρημνῶν μόλισ ἀνέρποντασ, ἀποκυλιομένουσ ἐπὶ κεφαλὴν ἐνίοτε καὶ πολλὰ τραύματα λαμβάνοντασ περὶ τραχείαισ ταῖσ πέτραισ· (Lucian, Rhetorum praeceptor, (no name) 3:3)

    (루키아노스, Rhetorum praeceptor, (no name) 3:3)

유의어

  1. that can be taken out

  2. taken out

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION