헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δύσβατος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δύσβατος δύσβατον

형태분석: δυσβατ (어간) + ος (어미)

  1. 지나갈 수 없는, 건널 수 없는, 통행할 수 없는
  1. inaccessible, impassable
  2. trodden in sorrow

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 δύσβατος

지나갈 수 없는 (이)가

δύσβατον

지나갈 수 없는 (것)가

속격 δυσβάτου

지나갈 수 없는 (이)의

δυσβάτου

지나갈 수 없는 (것)의

여격 δυσβάτῳ

지나갈 수 없는 (이)에게

δυσβάτῳ

지나갈 수 없는 (것)에게

대격 δύσβατον

지나갈 수 없는 (이)를

δύσβατον

지나갈 수 없는 (것)를

호격 δύσβατε

지나갈 수 없는 (이)야

δύσβατον

지나갈 수 없는 (것)야

쌍수주/대/호 δυσβάτω

지나갈 수 없는 (이)들이

δυσβάτω

지나갈 수 없는 (것)들이

속/여 δυσβάτοιν

지나갈 수 없는 (이)들의

δυσβάτοιν

지나갈 수 없는 (것)들의

복수주격 δύσβατοι

지나갈 수 없는 (이)들이

δύσβατα

지나갈 수 없는 (것)들이

속격 δυσβάτων

지나갈 수 없는 (이)들의

δυσβάτων

지나갈 수 없는 (것)들의

여격 δυσβάτοις

지나갈 수 없는 (이)들에게

δυσβάτοις

지나갈 수 없는 (것)들에게

대격 δυσβάτους

지나갈 수 없는 (이)들을

δύσβατα

지나갈 수 없는 (것)들을

호격 δύσβατοι

지나갈 수 없는 (이)들아

δύσβατα

지나갈 수 없는 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 δύσβατος

δυσβάτου

지나갈 수 없는 (이)의

δυσβατώτερος

δυσβατωτέρου

더 지나갈 수 없는 (이)의

δυσβατώτατος

δυσβατωτάτου

가장 지나갈 수 없는 (이)의

부사 δυσβάτως

δυσβατώτερον

δυσβατώτατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἡ μὲν γὰρ ἐπὶ τὰ ἑσπέρια, ἡ δὲ ἐπὶ τὴν ἑώ φέρειν ἐοίκεν, ἡ δέ τισ ἐπὶ τὰσ ἄρκτουσ, καὶ ἄλλη εὐθὺ τῆσ μεσημβρίασ, καὶ ἡ μὲν διὰ λειμώνων καὶ φυτῶν καὶ σκιᾶσ εὐύδροσ καὶ ἡδεῖα οὐδὲν ἀντίτυπον ἢ δύσβατον ἔχουσα, ἡ δὲ πετρώδησ καὶ τραχεῖα πολὺν ἥλιον καὶ δίψοσ καὶ κάματον προφαίνουσα· (Lucian, 51:8)

    (루키아노스, 51:8)

  • Θρᾳκῶν δ’ ἐπῆλθον φῦλα τοῦ παντὸσ στρατοῦ ἀλλ’ οὔτισ σ λκιο ισἔπειτα δὲ τὰ Θεσσαλῶν τ’ ἔγκαρπα πεδί’ ἐπεσσύθην Βοιωτίασ τε γῆσ πολυκτήτουσ πόλεισ, ἔπειτα δ’ σ Δωρικο γείτον’ ἐνθεν ήκω ξυνα Κυλλήνησ τε δύσβατον τε χῶρον, ἐσ δ’ ὑλ ὡσ εἴτε ποιμὴν εἴτ’ ἀγρωστήρων τισ ἢ μαριλοκαυτῶν ἐν λόγῳ παρίσταται ἢ τῶν ὀρείων νυμφογεννήτου γένουσ θηρῶν τίσ ἐστι, πᾶσιν ἀγγέλλω τάδε, τὸν φῶρα τῶν Παιῶνοσ ὅστισ ἂν λάβῃ, τῷδ’ αὐτόχρημα μισθόσ ἐσθ’ ὁ κείμενοσ. (Sophocles, Ichneutae 2:7)

    (소포클레스, Ichneutae 2:7)

  • τοῦ δὲ Λουκούλλου τὰ μὲν πεδία τῶν πολεμίων ἱπποκρατούντων δεδιότοσ, τὴν δ’ ὀρεινὴν ὀκνοῦντοσ προϊέναι, μακρὰν καὶ ὑλώδη καὶ δύσβατον οὖσαν, ἁλίσκονταί τινεσ κατὰ τύχην Ἕλληνεσ εἴσ τι σπήλαιον καταφυγόντεσ, ὧν ὁ πρεσβύτεροσ Ἀρτεμίδωροσ ὑπέσχετο τὸν Λούκουλλον ἄξειν καὶ καταστάσειν ἐπὶ τόπῳ ἀσφαλεῖ τῷ στρατοπέδῳ καὶ φρούριον ἔχοντι τοῖσ Καβείροισ ἐπικρεμάμενον. (Plutarch, Lucullus, chapter 15 3:1)

    (플루타르코스, Lucullus, chapter 15 3:1)

  • τὴν Εὐριπίδεω μήτ’ ἔρχεο, μήτ’ ἐπιβάλλου, δύσβατον ἀνθρώποισ οἶμον, ἀοιδοθέτα. (Unknown, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 501)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 501)

  • καὶ γὰρ στενὸν ἦν ταύτῃ ἐπιεικῶσ καὶ δύσβατον τὸ χωρίον. (Xenophon, Hellenica, , chapter 4 59:2)

    (크세노폰, Hellenica, , chapter 4 59:2)

유의어

  1. 지나갈 수 없는

  2. trodden in sorrow

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION