헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διφθέρᾱ

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διφθέρᾱ διφθέρᾱς

형태분석: διφθερ (어간) + ᾱ (어미)

어원: de/fw

  1. 지갑, 손가방, 자루, 봉투
  1. prepared hide, piece of leather; especially as writing material
  2. anything made of leather, wallet, bag
  3. (plural) skins used as tents

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ πάντα τὰ σκεύη τῆσ σκηνῆσ καὶ πάντα τὰ ἐργαλεῖα αυτῆσ, καὶ τὰσ διφθέρασ δέρματα κριῶν ἠρυθροδανωμένα καὶ τὰ καλύμματα ὑακίνθινα καὶ τῶν λοιπῶν τὰ ἐπικαλύμματα καὶ τοὺσ πασσάλουσ καὶ πάντα τὰ ἐργαλεῖα τὰ εἰσ τὰ ἔργα τῆσ σκηνῆσ τοῦ μαρτυρίου. (Septuagint, Liber Exodus 39:21)

    (70인역 성경, 탈출기 39:21)

  • τίνα γὰρ ἐλπίδα καὶ αὐτὸσ ἔχων εἰσ ^ τὰ βιβλία καὶ ἀνατυλίττεισ ἀεὶ καὶ διακολλᾷσ καὶ περικόπτεισ καὶ ἀλείφεισ τῷ κρόκῳ καὶ τῇ κέδρῳ καὶ διφθέρασ περιβάλλεισ καὶ ὀμφαλοὺσ ἐντίθησ, ὡσ δή τι ἀπολαύσων αὐτῶν ; (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 16:1)

    (루키아노스, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 16:1)

  • τὸ μὲν γὰρ πλῆθοσ ὑπέστειλε τοῖσ προτάκτοισ Σουρήνασ, τὴν δὲ λαμπρότητα κατέκρυβε τῶν ὅπλων ἱμάτια καὶ διφθέρασ προίσχεσθαι κελεύσασ. (Plutarch, chapter 23 6:2)

    (플루타르코스, chapter 23 6:2)

  • "πλεῖστον γὰρ ἐν Καρχηδόνι χρόνον διέτριψεν, ἅτε δὴ παρ’ ἡμῖν μεγάλασ ἔχοντοσ καί τινασ, ὅθ’ ἡ προτέρα πόλισ ἀπώλλυτο, διφθέρασ ἱερὰσ ὑπεκκομισθείσασ κρύφα καὶ διαλαθούσασ πολὺν χρόνον ἐν γῇ κειμένασ ἐξευρὼν τῶν τε φαινομένων θεῶν ἔφη χρῆναι καί μοι παρεκελεύετο τιμᾶν διαφερόντωσ τὴν Σελήνην, ὡσ τοῦ βίου κυριωτάτην οὖσαν ἐχομένην. (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 2626)

    (플루타르코스, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 2626)

  • οἱ δ’ ἀποστάται τε καὶ φυγάδεσ ἐν τῷ περὶ τὸν Αὄρνον ὄρει πλησίον ὄντι τῆσ πόλεωσ λοχῶντεσ, ὡσ ἔμαθον ἐξεληλυθυῖαν ἐκ τῆσ πόλεωσ τὴν τοῦ τυράννου στρατιὰν συνθήμασι μηνυθεῖσαν ὑπὸ τῶν σκοπῶν, πέμπουσιν ἐξ αὐτῶν περὶ ἑξήκοντα μάλιστα τοὺσ εὐτολμοτάτουσ διφθέρασ ἔχοντασ καὶ φακέλλουσ φρυγάνων κομίζοντασ. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books VII-IX, book 7, chapter 11 1:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books VII-IX, book 7, chapter 11 1:1)

유의어

  1. 지갑

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION