헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διαφθείρω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διαφθείρω διαφθερῶ διέφθαρκα

형태분석: δια (접두사) + φθείρ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 파괴하다, 죽이다, 파멸시키다, 망치다, 약화시키다, 없애다, 잊어버리다, 잊다, 소비하다, 붕괴시키다
  2. 파괴하다, 유혹하다, 망치다, 건드리다, 꾀다
  3. 파괴되다
  1. to destroy utterly, to make away with, kill, destroy, ruin, to weaken, slacken, to disable, to forget
  2. to corrupt, ruin, to corrupt by bribes, to seduce
  3. having changed
  4. to be destroyed, crippled, disabled, deaf, with their, loss
  5. to have lost one's wits; -

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαφθείρω

(나는) 파괴한다

διαφθείρεις

(너는) 파괴한다

διαφθείρει

(그는) 파괴한다

쌍수 διαφθείρετον

(너희 둘은) 파괴한다

διαφθείρετον

(그 둘은) 파괴한다

복수 διαφθείρομεν

(우리는) 파괴한다

διαφθείρετε

(너희는) 파괴한다

διαφθείρουσιν*

(그들은) 파괴한다

접속법단수 διαφθείρω

(나는) 파괴하자

διαφθείρῃς

(너는) 파괴하자

διαφθείρῃ

(그는) 파괴하자

쌍수 διαφθείρητον

(너희 둘은) 파괴하자

διαφθείρητον

(그 둘은) 파괴하자

복수 διαφθείρωμεν

(우리는) 파괴하자

διαφθείρητε

(너희는) 파괴하자

διαφθείρωσιν*

(그들은) 파괴하자

기원법단수 διαφθείροιμι

(나는) 파괴하기를 (바라다)

διαφθείροις

(너는) 파괴하기를 (바라다)

διαφθείροι

(그는) 파괴하기를 (바라다)

쌍수 διαφθείροιτον

(너희 둘은) 파괴하기를 (바라다)

διαφθειροίτην

(그 둘은) 파괴하기를 (바라다)

복수 διαφθείροιμεν

(우리는) 파괴하기를 (바라다)

διαφθείροιτε

(너희는) 파괴하기를 (바라다)

διαφθείροιεν

(그들은) 파괴하기를 (바라다)

명령법단수 διαφθείρε

(너는) 파괴해라

διαφθειρέτω

(그는) 파괴해라

쌍수 διαφθείρετον

(너희 둘은) 파괴해라

διαφθειρέτων

(그 둘은) 파괴해라

복수 διαφθείρετε

(너희는) 파괴해라

διαφθειρόντων, διαφθειρέτωσαν

(그들은) 파괴해라

부정사 διαφθείρειν

파괴하는 것

분사 남성여성중성
διαφθειρων

διαφθειροντος

διαφθειρουσα

διαφθειρουσης

διαφθειρον

διαφθειροντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαφθείρομαι

(나는) 파괴된다

διαφθείρει, διαφθείρῃ

(너는) 파괴된다

διαφθείρεται

(그는) 파괴된다

쌍수 διαφθείρεσθον

(너희 둘은) 파괴된다

διαφθείρεσθον

(그 둘은) 파괴된다

복수 διαφθειρόμεθα

(우리는) 파괴된다

διαφθείρεσθε

(너희는) 파괴된다

διαφθείρονται

(그들은) 파괴된다

접속법단수 διαφθείρωμαι

(나는) 파괴되자

διαφθείρῃ

(너는) 파괴되자

διαφθείρηται

(그는) 파괴되자

쌍수 διαφθείρησθον

(너희 둘은) 파괴되자

διαφθείρησθον

(그 둘은) 파괴되자

복수 διαφθειρώμεθα

(우리는) 파괴되자

διαφθείρησθε

(너희는) 파괴되자

διαφθείρωνται

(그들은) 파괴되자

기원법단수 διαφθειροίμην

(나는) 파괴되기를 (바라다)

διαφθείροιο

(너는) 파괴되기를 (바라다)

διαφθείροιτο

(그는) 파괴되기를 (바라다)

쌍수 διαφθείροισθον

(너희 둘은) 파괴되기를 (바라다)

διαφθειροίσθην

(그 둘은) 파괴되기를 (바라다)

복수 διαφθειροίμεθα

(우리는) 파괴되기를 (바라다)

διαφθείροισθε

(너희는) 파괴되기를 (바라다)

διαφθείροιντο

(그들은) 파괴되기를 (바라다)

명령법단수 διαφθείρου

(너는) 파괴되어라

διαφθειρέσθω

(그는) 파괴되어라

쌍수 διαφθείρεσθον

(너희 둘은) 파괴되어라

διαφθειρέσθων

(그 둘은) 파괴되어라

복수 διαφθείρεσθε

(너희는) 파괴되어라

διαφθειρέσθων, διαφθειρέσθωσαν

(그들은) 파괴되어라

부정사 διαφθείρεσθαι

파괴되는 것

분사 남성여성중성
διαφθειρομενος

διαφθειρομενου

διαφθειρομενη

διαφθειρομενης

διαφθειρομενον

διαφθειρομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διέφθειρον

(나는) 파괴하고 있었다

διέφθειρες

(너는) 파괴하고 있었다

διέφθειρεν*

(그는) 파괴하고 있었다

쌍수 διεφθείρετον

(너희 둘은) 파괴하고 있었다

διεφθειρέτην

(그 둘은) 파괴하고 있었다

복수 διεφθείρομεν

(우리는) 파괴하고 있었다

διεφθείρετε

(너희는) 파괴하고 있었다

διέφθειρον

(그들은) 파괴하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεφθειρόμην

(나는) 파괴되고 있었다

διεφθείρου

(너는) 파괴되고 있었다

διεφθείρετο

(그는) 파괴되고 있었다

쌍수 διεφθείρεσθον

(너희 둘은) 파괴되고 있었다

διεφθειρέσθην

(그 둘은) 파괴되고 있었다

복수 διεφθειρόμεθα

(우리는) 파괴되고 있었다

διεφθείρεσθε

(너희는) 파괴되고 있었다

διεφθείροντο

(그들은) 파괴되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐγὼ γὰρ πάλαι ὁρῶσά σε νέον ὄντα καὶ καλὸν ὁποῖον οὐκ οἶδα εἴ τινα ἕτερον ἡ Φρυγία τρέφει, μακαρίζω μὲν τοῦ κάλλουσ, αἰτιῶμαι δὲ τὸ μὴ ἀπολιπόντα τοὺσ σκοπέλουσ καὶ ταυτασὶ τὰσ πέτρασ κατ’ ἄστυ ζῆν, ἀλλὰ διαφθείρειν τὸ κάλλοσ ἐν ἐρημίᾳ. (Lucian, Dearum judicium, (no name) 13:3)

    (루키아노스, Dearum judicium, (no name) 13:3)

  • ἐβούλετο μὲν οὖν ὁ Λεωνίδασ τοῖσ πλουσίοισ βοηθεῖν, δεδιὼσ δὲ τὸν δῆμον ἐπιθυμοῦντα τῆσ μεταβολῆσ οὐδὲν ἀντέπραττε φανερῶσ, λάθρα δὲ τὴν πρᾶξιν ἐζήτει κακουργεῖν καὶ διαφθείρειν ἐντυγχάνων τοῖσ ἄρχουσι καὶ διαβάλλων τὸν Ἆγιν ὡσ τυραννίδοσ μισθὸν τοῖσ πένησι τὰ τῶν πλουσίων προτείνοντα, καὶ γῆσ μεταδόσεσι καὶ χρεῶν ἀφέσεσι πολλοὺσ ὠνούμενον ἑαυτῷ δορυφόρουσ, οὐ τῇ Σπάρτῃ πολίτασ. (Plutarch, Agis, chapter 7 5:1)

    (플루타르코스, Agis, chapter 7 5:1)

  • ψυχὴν ἐπὶ πόλεμον ἀνομωτέρων τρεπομένην διαφθείρειν ὅταν ἐθισθῶμεν μὴ αἵματοσ ἄνευ καὶ φόνου μὴ ξένον ἑστιᾶν, μὴ γάμον ἑορτάζειν, μὴ φίλοισ συγγίγνεσθαι. (Plutarch, De esu carnium II, section 4 7:1)

    (플루타르코스, De esu carnium II, section 4 7:1)

  • ἔχειν δὲ λέγουσιν αὐτὸ τοιαύτην ἀναπνοὴν ὥστε πάντα τὸν ἐντυχόντα τῷ ζῴῳ διαφθείρειν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 646)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 646)

  • τούτων δὲ γενομένων συμφρονήσασ ὁ Ἀρτοξέρξησ ὃν τρόπον αὐτοῖσ ἐστι πολεμητέον, ἔπεμψε Τιμοκράτην τὸν Ῥόδιον εἰσ τὴν Ἑλλάδα χρυσίον πολὺ κομίζοντα, διδόναι καί διαφθείρειν τοὺσ πλεῖστον ἐν ταῖσ πόλεσι δυναμένουσ κελεύσασ, καί πόλεμον Ἑλληνικὸν κινεῖν ἐπὶ τὴν Λακεδαίμονα. (Plutarch, Artaxerxes, chapter 20 3:1)

    (플루타르코스, Artaxerxes, chapter 20 3:1)

유의어

  1. 파괴하다

  2. having changed

관련어

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION