헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μεταβάπτω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μεταβάπτω μεταβάψω

형태분석: μετα (접두사) + βάπτ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to change by dipping

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μεταβάπτω

μεταβάπτεις

μεταβάπτει

쌍수 μεταβάπτετον

μεταβάπτετον

복수 μεταβάπτομεν

μεταβάπτετε

μεταβάπτουσιν*

접속법단수 μεταβάπτω

μεταβάπτῃς

μεταβάπτῃ

쌍수 μεταβάπτητον

μεταβάπτητον

복수 μεταβάπτωμεν

μεταβάπτητε

μεταβάπτωσιν*

기원법단수 μεταβάπτοιμι

μεταβάπτοις

μεταβάπτοι

쌍수 μεταβάπτοιτον

μεταβαπτοίτην

복수 μεταβάπτοιμεν

μεταβάπτοιτε

μεταβάπτοιεν

명령법단수 μεταβάπτε

μεταβαπτέτω

쌍수 μεταβάπτετον

μεταβαπτέτων

복수 μεταβάπτετε

μεταβαπτόντων, μεταβαπτέτωσαν

부정사 μεταβάπτειν

분사 남성여성중성
μεταβαπτων

μεταβαπτοντος

μεταβαπτουσα

μεταβαπτουσης

μεταβαπτον

μεταβαπτοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 μεταβάπτομαι

μεταβάπτει, μεταβάπτῃ

μεταβάπτεται

쌍수 μεταβάπτεσθον

μεταβάπτεσθον

복수 μεταβαπτόμεθα

μεταβάπτεσθε

μεταβάπτονται

접속법단수 μεταβάπτωμαι

μεταβάπτῃ

μεταβάπτηται

쌍수 μεταβάπτησθον

μεταβάπτησθον

복수 μεταβαπτώμεθα

μεταβάπτησθε

μεταβάπτωνται

기원법단수 μεταβαπτοίμην

μεταβάπτοιο

μεταβάπτοιτο

쌍수 μεταβάπτοισθον

μεταβαπτοίσθην

복수 μεταβαπτοίμεθα

μεταβάπτοισθε

μεταβάπτοιντο

명령법단수 μεταβάπτου

μεταβαπτέσθω

쌍수 μεταβάπτεσθον

μεταβαπτέσθων

복수 μεταβάπτεσθε

μεταβαπτέσθων, μεταβαπτέσθωσαν

부정사 μεταβάπτεσθαι

분사 남성여성중성
μεταβαπτομενος

μεταβαπτομενου

μεταβαπτομενη

μεταβαπτομενης

μεταβαπτομενον

μεταβαπτομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to change by dipping

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH