헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δέσμα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δέσμα

형태분석: δεσματ (어간)

어원: de/w

  1. 족쇄, 결속, 속박
  1. a bond, fetter
  2. a head-band

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 δέσμα

족쇄가

δέσματε

족쇄들이

δέσματα

족쇄들이

속격 δέσματος

족쇄의

δεσμάτοιν

족쇄들의

δεσμάτων

족쇄들의

여격 δέσματι

족쇄에게

δεσμάτοιν

족쇄들에게

δέσμασιν*

족쇄들에게

대격 δέσμα

족쇄를

δέσματε

족쇄들을

δέσματα

족쇄들을

호격 δέσμα

족쇄야

δέσματε

족쇄들아

δέσματα

족쇄들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ τεῦξε δόλον κεχολωμένοσ Ἄρει, βῆ ῥ’ ἴμεν ἐσ θάλαμον, ὅθι οἱ φίλα δέμνι’ ἔκειτο, ἀμφὶ δ’ ἄρ’ ἑρμῖσιν χέε δέσματα κύκλῳ ἁπάντῃ· (Homer, Odyssey, Book 8 29:4)

    (호메로스, 오디세이아, Book 8 29:4)

  • τῆλε δ’ ἀπὸ κρατὸσ βάλε δέσματα σιγαλόεντα, ἄμπυκα κεκρύφαλόν τε ἰδὲ πλεκτὴν ἀναδέσμην κρήδεμνόν θ’, ὅ ῥά οἱ δῶκε χρυσῆ Ἀφροδίτη ἤματι τῷ ὅτε μιν κορυθαίολοσ ἠγάγεθ’ Ἕκτωρ ἐκ δόμου Ηἐτίωνοσ, ἐπεὶ πόρε μυρία ἕδνα. (Homer, Iliad, Book 22 43:5)

    (호메로스, 일리아스, Book 22 43:5)

  • λύσατε, ἐκλύσατε ἄδικα δεσμά. εἰσ τὰ ἴδια μετ̓ εἰρήνησ ἐξαποστείλατε, τὰ προπεπραγμένα παραιτησάμενοι. (Septuagint, Liber Maccabees III 6:27)

    (70인역 성경, Liber Maccabees III 6:27)

  • ὃν κατοικτειρήσασ ὁ τύραννοσ, καίπερ δεινῶσ ὑπὸ τῶν ἀδελφῶν αὐτοῦ κακισθείσ, ὁρῶν ἤδη τὰ δεσμὰ περικείμενον, (Septuagint, Liber Maccabees IV 12:2)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 12:2)

  • δεσμὰ δὲ εἰσιν οἱ σειραὶ λεπταὶ χρυσοῦ καὶ ἠλέκτρου εἰργασμέναι ὁρ́μοισ ἐοικυῖαι τοῖσ καλλίστοισ. (Lucian, Hercules, 3:3)

    (루키아노스, Hercules, 3:3)

  • καὶ μὴν οὐχ ὁρῶ ὅ τι τὸ ἀγαθὸν αὐτῷ πρόσεστιν, εἰ μὴ ἄρα ἕν τι μόνον, ὅτι βαρύνονται οἱ φέροντεσ αὐτό, οὐ γὰρ οἶσθα ὅσοι πόλεμοι διὰ τοῦτο καὶ ἐπιβουλαὶ καὶ λῃστήρια καὶ ἐπιορκίαι καὶ φόνοι καὶ δεσμὰ ^ καὶ ἐμπορίαι καὶ δουλεῖαι; (Lucian, Contemplantes, (no name) 11:6)

    (루키아노스, Contemplantes, (no name) 11:6)

  • ὁ δὲ λύσασ τὰ δεσμὰ τῆσ παρθένου, ὑποσχὼν τὴν χεῖρα ὑπεδέξατο ἀκροποδητὶ κατιοῦσαν ἐκ τῆσ πέτρασ ὀλισθηρᾶσ οὔσησ, καὶ νῦν γαμεῖ ἐν τοῦ Κηφέωσ καὶ ἀπάξει αὐτὴν ἐσ Ἄργοσ, ὥστε ἀντὶ θανάτου γάμον οὐ τὸν τυχόντα εὑρ́ετο. (Lucian, Dialogi Marini, triton and nhrides, chapter 3 1:1)

    (루키아노스, Dialogi Marini, triton and nhrides, chapter 3 1:1)

유의어

  1. 족쇄

  2. a head-band

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION