헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βλάσφημος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: βλάσφημος

형태분석: βλασφημ (어간) + ος (어미)

어원: The origin of blas is uncertain: bla/c and bla/ptw have both been suggested.

  1. 중상적인, 명예를 훼손하는, 입이 사나운
  1. evil-speaking, slanderous
  2. speaking blasphemy, blasphemous, a blasphemer

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 βλάσφημος

중상적인 (이)가

βλασφήμη

중상적인 (이)가

βλάσφημον

중상적인 (것)가

속격 βλασφήμου

중상적인 (이)의

βλασφήμης

중상적인 (이)의

βλασφήμου

중상적인 (것)의

여격 βλασφήμῳ

중상적인 (이)에게

βλασφήμῃ

중상적인 (이)에게

βλασφήμῳ

중상적인 (것)에게

대격 βλάσφημον

중상적인 (이)를

βλασφήμην

중상적인 (이)를

βλάσφημον

중상적인 (것)를

호격 βλάσφημε

중상적인 (이)야

βλασφήμη

중상적인 (이)야

βλάσφημον

중상적인 (것)야

쌍수주/대/호 βλασφήμω

중상적인 (이)들이

βλασφήμᾱ

중상적인 (이)들이

βλασφήμω

중상적인 (것)들이

속/여 βλασφήμοιν

중상적인 (이)들의

βλασφήμαιν

중상적인 (이)들의

βλασφήμοιν

중상적인 (것)들의

복수주격 βλάσφημοι

중상적인 (이)들이

βλάσφημαι

중상적인 (이)들이

βλάσφημα

중상적인 (것)들이

속격 βλασφήμων

중상적인 (이)들의

βλασφημῶν

중상적인 (이)들의

βλασφήμων

중상적인 (것)들의

여격 βλασφήμοις

중상적인 (이)들에게

βλασφήμαις

중상적인 (이)들에게

βλασφήμοις

중상적인 (것)들에게

대격 βλασφήμους

중상적인 (이)들을

βλασφήμᾱς

중상적인 (이)들을

βλάσφημα

중상적인 (것)들을

호격 βλάσφημοι

중상적인 (이)들아

βλάσφημαι

중상적인 (이)들아

βλάσφημα

중상적인 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • φιλάνθρωπον γὰρ πνεῦμα σοφία καὶ οὐκ ἀθῳώσει βλάσφημον ἀπὸ χειλέων αὐτοῦ. ὅτι τῶν νεφρῶν αὐτοῦ μάρτυσ ὁ Θεὸσ καὶ τῆσ καρδίασ αὐτοῦ ἐπίσκοποσ ἀληθὴσ καὶ τῆσ γλώσσησ ἀκουστήσ. (Septuagint, Liber Sapientiae 1:6)

    (70인역 성경, 지혜서 1:6)

  • εἰ δέ τι βλάσφημον ἢ τραχὺ φαίνοιτο ἔχων ὁ λόγοσ, οὐ τὸν διελέγχοντα, ἐμέ, ἀλλ’ ἐκείνουσ ἂν οἶμαι δικαιότερον αἰτιάσαισθε τοιαῦτα ποιοῦντασ. (Lucian, Piscator, (no name) 29:5)

    (루키아노스, Piscator, (no name) 29:5)

  • τοιαῦτα καὶ οὗτοι ποιοῦσιν, καὶ ἔγωγε τοὺσ τοιούτουσ κακῶσ ἠγόρευον καὶ οὔποτε παύσομαι διελέγχων καὶ κωμῳδῶν, περὶ ὑμῶν δὲ ἢ τῶν ὑμῖν παραπλησίων ‐ εἰσὶ γάρ, εἰσί τινεσ ὡσ ἀληθῶσ φιλοσοφίαν ζηλοῦντεσ καὶ τοῖσ ὑμετέροισ νόμοισ ἐμμένοντεσ ‐ μὴ οὕτωσ μανείην ἔγωγε ὡσ βλάσφημον εἰπεῖν τι ἢ σκαιόν. (Lucian, Piscator, (no name) 37:1)

    (루키아노스, Piscator, (no name) 37:1)

  • ἐπολυώρει οὖν αὐτὸν ὁ Ἀλέξανδροσ καίπερ ὄντα τῷ βίῳ φαῦλον, ἔτι δὲ βλάσφημον καὶ βάσκανον ἕνεκά τε τοῦ γελοίου μηδὲ τῶν βασιλέων ἀπεχόμενον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 47 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 47 2:1)

  • καὶ πάντων οἷδ’ ὅτι φησάντων γ’ ἄν, εἰ μὴ καὶ ποιοῦσι τοῦτο, καὶ λέγειν καὶ πράττειν, ὅπωσ ἐκεῖνοσ παύσεται τῆσ ὕβρεωσ καὶ δίκην δώσει, εἰσ τοῦτο ὑπηγμένα πάντα τὰ πράγματα καὶ προεἱμένα ὁρῶ, ὥστε δέδοικα μὴ βλάσφημον μὲν εἰπεῖν, ἀληθὲσ δέ· (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 54 3:1)

    (디오니시오스, , chapter 54 3:1)

유의어

  1. 중상적인

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION