- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βάρος?

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: baros 고전 발음: [바로] 신약 발음: [바로]

기본형: βάρος βάρεος

형태분석: βαρο (어간) + ς (어미)

어원: βαρύς

  1. 부담, 짐, 무게, 추
  2. 슬픔, 비애, 비통
  3. 힘, 능력, 영향, 세력
  1. weight, burden, load
  2. grief, sorrow
  3. plenty
  4. dignity, influence, power

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 βάρος

부담이

βάρει

부담들이

βάρη

부담들이

속격 βάρους

부담의

βάροιν

부담들의

βαρέων

부담들의

여격 βάρει

부담에게

βάροιν

부담들에게

βάρεσι(ν)

부담들에게

대격 βάρος

부담을

βάρει

부담들을

βάρη

부담들을

호격 βάρος

부담아

βάρει

부담들아

βάρη

부담들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ὁ ῥήτωρ δὲ σὺ ἀπόθου τῶν ῥημάτων τὴν τοσαύτην ἀπεραντολογίαν καὶ ἀντιθέσεις καὶ παρισώσεις καὶ περιόδους καὶ βαρβαρισμοὺς καὶ τὰ ἄλλα βάρη τῶν λόγων. (Lucian, Dialogi mortuorum, 20:1)

    (루키아노스, Dialogi mortuorum, 20:1)

  • "Νίκανδρος δ ἐν Γεωργικοῖς καταλέγει καὶ τίνες αὐτῶν εἰσιν οἱ θανάσιμοι, λέγων ἐχθρὰ δ ἐλαίης ῥοιῆς τε πρίνου τε δρυὸς τ ἄπο πήματα κεῖται, οἰδαλέων σύγκολλα βάρη πνιγόεντα μυκήτων. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 5278)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 5278)

  • ἔξεστι δὲ καὶ νῦν βασανίσαι τἀληθές, ἢ βάρη δυεῖν ἄνισα χορδῶν ἐξαρτήσαντας ἢ δυεῖν ἰσοκοίλων αὐλῶν τὸν ἕτερον μήκει διπλάσιον τοῦ ἑτέρου ποιήσαντας: (Plutarch, De animae procreatione in Timaeo, section 17 5:1)

    (플루타르코스, De animae procreatione in Timaeo, section 17 5:1)

  • καὶ τρία πρὸς δύο ληφθέντα μήκη καὶ βάρη τὸ διὰ πέντε ποιήσει καὶ τέσσαρα πρὸς τρία τὸ διὰ τεσσάρων, ὧν τοῦτο μὲν ἐπίτριτον ἔχει λόγον ἐκεῖνο δ ἡμιόλιον. (Plutarch, De animae procreatione in Timaeo, section 17 7:1)

    (플루타르코스, De animae procreatione in Timaeo, section 17 7:1)

  • ὡς δὲ παραστρατοπεδεύσαντες ἐγγὺς καὶ κατασκεψάμενοι τὸν πόρον ἤρξαντο χοῦν, καὶ τοὺς πέριξ λόφους ἀναρρηγνύντες, ὥσπερ οἱ γίγαντες, ἅμα δένδρα πρόρριζα καὶ κρημνῶν σπαράγματα καὶ γῆς κολωνοὺς ἐφόρουν εἰς τὸν ποταμόν, ἐκθλίβοντες τὸ ῥεῦμα καὶ τοῖς ἐρείδουσι τὰ ζεύγματα βάθροις ἐφιέντες βάρη μεγάλα συρόμενα κατὰ ῥοῦν καὶ τινάττοντα ταῖς πληγαῖς τὴν γέφυραν, ἀποδειλιάσαντες οἱ πλεῖστοι τῶν στρατιωτῶν ἐξέλειπον τὸ μέγα στρατόπεδον καὶ ἀνεχώρουν. (Plutarch, Caius Marius, chapter 23 4:1)

    (플루타르코스, Caius Marius, chapter 23 4:1)

유의어

  1. 부담

  2. 슬픔

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION