- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βάναυσος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: banausos 고전 발음: [바나] 신약 발음: [바나]

기본형: βάναυσος βάναυση βάναυσον

형태분석: βαναυς (어간) + ος (어미)

어원: (어원이 불명확함.)

  1. 퇴보한, 열등한, 조상보다 못한, 부끄러운
  1. mechanical, a mechanic
  2. a mere mechanical, base, ignoble

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 βάναυσος

(이)가

βάναύση

(이)가

βάναυσον

(것)가

속격 βαναύσου

(이)의

βάναύσης

(이)의

βαναύσου

(것)의

여격 βαναύσῳ

(이)에게

βάναύσῃ

(이)에게

βαναύσῳ

(것)에게

대격 βάναυσον

(이)를

βάναύσην

(이)를

βάναυσον

(것)를

호격 βάναυσε

(이)야

βάναύση

(이)야

βάναυσον

(것)야

쌍수주/대/호 βαναύσω

(이)들이

βάναύσα

(이)들이

βαναύσω

(것)들이

속/여 βαναύσοιν

(이)들의

βάναύσαιν

(이)들의

βαναύσοιν

(것)들의

복수주격 βάναυσοι

(이)들이

βάναυσαι

(이)들이

βάναυσα

(것)들이

속격 βαναύσων

(이)들의

βάναυσῶν

(이)들의

βαναύσων

(것)들의

여격 βαναύσοις

(이)들에게

βάναύσαις

(이)들에게

βαναύσοις

(것)들에게

대격 βαναύσους

(이)들을

βάναύσας

(이)들을

βάναυσα

(것)들을

호격 βάναυσοι

(이)들아

βάναυσαι

(이)들아

βάναυσα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὅμοια δὲ τούτοις καὶ περὶ τῆς Ἥρας ᾄδουσιν, ἄνευ τῆς πρὸς τὸν ἄνδρα ὁμιλίας ὑπηνέμιον αὐτὴν παῖδα γεννῆσαι τὸν Ἥφαιστον, οὐ μάλα εὐτυχῆ τοῦτον, ἀλλὰ βάναυσον καὶ χαλκέα καὶ πυρίτην, ἐν καπνῷ τὸ πᾶν βιοῦντα καὶ σπινθήρων ἀνάπλεων οἱᾶ δὴ καμινευτήν, καὶ οὐδὲ ἄρτιον τὼ πόδε: (Lucian, De sacrificiis, (no name) 6:1)

    (루키아노스, De sacrificiis, (no name) 6:1)

  • "ἐν λόγοις καὶ θυμελικὸν καὶ βάναυσον ὥς ἐστιν Ἀριστοφάνει, Μενάνδρῳ δ οὐδαμῶς. (Plutarch, Comparationis Aristophanis et Menandri compendium, section 1 2:1)

    (플루타르코스, Comparationis Aristophanis et Menandri compendium, section 1 2:1)

  • ἀπείρητο γὰρ αὐτοῖς τέχνην ἐργάζεσθαι καὶ μανθάνειν βάναυσον. (Plutarch, Agesilaus, chapter 26 5:2)

    (플루타르코스, Agesilaus, chapter 26 5:2)

  • οἱ δὲ Τουσκλανοὶ τὴν ἁμαρτίαν ἐπανορθούμενοι πανούργως, ἤδη βαδίζοντος ἐπ αὐτούς τοῦ Καμίλλου τὸ μὲν πεδίον ἀνθρώπων ὡς ἐν εἰρήνῃ γεωργούντων καὶ νεμόντων ἐνέπλησαν, τὰς δὲ πύλας εἶχον ἀνεῳγμένας καὶ τοὺς παῖδας ἐν τοῖς διδασκαλείοις μανθάνοντας, τοῦ δὲ δήμου τὸ μὲν βάναυσον ἐπὶ τῶν ἐργαστηρίων ἑωρᾶτο περὶ τάς τέχνας, τὸ δ ἀστεῖον ἐπὶ τῆς ἀγορᾶς ἐν ἱματίοις οἱ δ ἄρχοντες περιῄεσαν σπουδῇ καταλύσεις τοῖς Ῥωμαίοις ἐπαγγέλλοντες, ὡς οὐδὲν κακὸν προσδοκῶντες οὐδὲ συνειδότες. (Plutarch, Camillus, chapter 38 3:1)

    (플루타르코스, Camillus, chapter 38 3:1)

  • ἀπείρητο γὰρ αὐτοῖς τέχνην ἐργάζεσθαι ἢ μανθάνειν βάναυσον. (Plutarch, Apophthegmata Laconica, , section 72 1:3)

    (플루타르코스, Apophthegmata Laconica, , section 72 1:3)

유의어

  1. mechanical

  2. 퇴보한

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION