Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀπροφάσιστος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἀπροφάσιστος

Structure: ἀπροφασιστ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: profasi/zomai

Sense

  1. offering no excuse, unhesitating, without disguise, without evasion, honestly

Examples

  • καὶ μὴν καὶ τὸ συγγενὲσ τοῦ ἑταιρικοῦ ἀλλοτριώτερον ἐγένετο διὰ τὸ ἑτοιμότερον εἶναι ἀπροφασίστωσ τολμᾶν. (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 31 1:2)
  • τό τε ἀπροφασίστωσ τολμᾶν ἄδηλον, εἴ τε ἐπὶ τῶν φίλων κεῖται νῦν εἴ τε ἐπὶ τῶν συγγενῶν. (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 31 1:4)
  • καὶ μὴν καὶ τὸ ἑταιρικὸν οἰκειότερον ἐγένετο τοῦ συγγενοῦσ διὰ τὸ ἑτοιμότερον εἶναι ἀπροφασίστωσ τολμᾶν. (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 31 1:7)
  • καὶ μὴν καὶ τὸ ξυγγενὲσ τοῦ ἑταιρικοῦ ἀλλοτριώτερον ἐγένετο, διὰ τὸ ἑτοιμότερον εἶναι ἀπροφασίστωσ τολμᾶν. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 1 1:7)
  • ὥσπερ οὖν Λακεδαιμόνιοι μάχῃ κρατηθέντεσ ὑπ’ Ἀντιπάτρου καὶ ποιούμενοι διαλύσεισ ἠξίουν ὅ τι βούλεται ζημιῶδεσ, αἰσχρὸν δὲ μηδὲν ἐπιτάττειν αὐτοῖσ, οὕτωσ ὁ φίλοσ, ἄν τισ ἢ δαπάνην ἢ κίνδυνον ἢ πόνον ἔχουσα χρεία καταλαμβάνῃ, πρῶτοσ ἀξιῶν καλεῖσθαι καὶ μετέχειν ἀπροφασίστωσ καὶ προθύμωσ, ὅπου δὲ πρόσεστιν αἰσχύνη, μόνον ἐᾶν καὶ φείδεσθαι παραιτούμενοσ. (Plutarch, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 23 6:1)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION