Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀπροφάσιστος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἀπροφάσιστος

Structure: ἀπροφασιστ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: profasi/zomai

Sense

  1. offering no excuse, unhesitating, without disguise, without evasion, honestly

Examples

  • τελευτῶντεσ δὲ τοῦ λόγου συγγένειαν ἐπεκαλοῦντο καὶ συμμαχιῶν ἀπροφασίστων ποτὲ γενομένων ἀνεμίμνησκον καὶ συμφορὰσ ἀνέκλαιον τὰσ καταληψομένασ τοὺσ μηδὲν ἡμαρτηκότασ, οἳ μακρῷ πλείουσ ἦσαν τῶν ἡμαρτηκότων, ὀδυρόμενοι παρ’ ἕκαστα καὶ τῶν γονάτων ἁπτόμενοι πάσησ τῆσ γερουσίασ καὶ τὰσ ἱκετηρίασ παρὰ τοῖσ ποσὶ τοῦ Ποστομίου τιθέντεσ· (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 6, chapter 18 4:2)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION