헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄπληστος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἄπληστος ἄπληστη ἄπληστον

형태분석: ἀ (접두사) + πληστ (어간) + ος (어미)

어원: pi/mplhmi

  1. 만족할 줄 모르는, 탐욕스런
  2. 만족할 줄 모르는, 탐욕스런
  3. 만족할 줄 모르는, 탐욕스런
  1. not to be filled, insatiate
  2. insatiate of
  3. insatiate

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ά̓πληστος

만족할 줄 모르는 (이)가

ἄπλήστη

만족할 줄 모르는 (이)가

ά̓πληστον

만족할 줄 모르는 (것)가

속격 ἀπλήστου

만족할 줄 모르는 (이)의

ἄπλήστης

만족할 줄 모르는 (이)의

ἀπλήστου

만족할 줄 모르는 (것)의

여격 ἀπλήστῳ

만족할 줄 모르는 (이)에게

ἄπλήστῃ

만족할 줄 모르는 (이)에게

ἀπλήστῳ

만족할 줄 모르는 (것)에게

대격 ά̓πληστον

만족할 줄 모르는 (이)를

ἄπλήστην

만족할 줄 모르는 (이)를

ά̓πληστον

만족할 줄 모르는 (것)를

호격 ά̓πληστε

만족할 줄 모르는 (이)야

ἄπλήστη

만족할 줄 모르는 (이)야

ά̓πληστον

만족할 줄 모르는 (것)야

쌍수주/대/호 ἀπλήστω

만족할 줄 모르는 (이)들이

ἄπλήστᾱ

만족할 줄 모르는 (이)들이

ἀπλήστω

만족할 줄 모르는 (것)들이

속/여 ἀπλήστοιν

만족할 줄 모르는 (이)들의

ἄπλήσταιν

만족할 줄 모르는 (이)들의

ἀπλήστοιν

만족할 줄 모르는 (것)들의

복수주격 ά̓πληστοι

만족할 줄 모르는 (이)들이

ά̓́πλησται

만족할 줄 모르는 (이)들이

ά̓πληστα

만족할 줄 모르는 (것)들이

속격 ἀπλήστων

만족할 줄 모르는 (이)들의

ἄπληστῶν

만족할 줄 모르는 (이)들의

ἀπλήστων

만족할 줄 모르는 (것)들의

여격 ἀπλήστοις

만족할 줄 모르는 (이)들에게

ἄπλήσταις

만족할 줄 모르는 (이)들에게

ἀπλήστοις

만족할 줄 모르는 (것)들에게

대격 ἀπλήστους

만족할 줄 모르는 (이)들을

ἄπλήστᾱς

만족할 줄 모르는 (이)들을

ά̓πληστα

만족할 줄 모르는 (것)들을

호격 ά̓πληστοι

만족할 줄 모르는 (이)들아

ά̓́πλησται

만족할 줄 모르는 (이)들아

ά̓πληστα

만족할 줄 모르는 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ά̓πληστος

ἀπλήστου

만족할 줄 모르는 (이)의

ἀπληστότερος

ἀπληστοτέρου

더 만족할 줄 모르는 (이)의

ἀπληστότατος

ἀπληστοτάτου

가장 만족할 줄 모르는 (이)의

부사 ἀπλήστως

ἀπληστότερον

ἀπληστότατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸν καταλαλοῦντα λάθρᾳ τὸν πλησίον αὐτοῦ, τοῦτον ἐξεδίωκον. ὑπερηφάνῳ ὀφθαλμῷ καὶ ἀπλήστῳ καρδίᾳ, τούτῳ οὐ συνήσθιον. (Septuagint, Liber Psalmorum 100:5)

    (70인역 성경, 시편 100:5)

  • καὶ ἐπίβαλλε τὴν χεῖρά σου, εἰδὼσ ὅτι τοιαῦτά σε δεῖ παρασκευάσαι. εἰ δὲ ἀπληστότεροσ εἶ, (Septuagint, Liber Proverbiorum 23:2)

    (70인역 성경, 잠언 23:2)

  • ὕπνοσ ὑγιείασ ἐπὶ ἐντέρῳ μετρίῳ, ἀνέστη πρωί̈, καὶ ἡ ψυχὴ αὐτοῦ μετ̓ αὐτοῦ. πόνοσ ἀγρυπνίασ καὶ χολέρασ καὶ στρόφοσ μετὰ ἀνδρὸσ ἀπλήστου. (Septuagint, Liber Sirach 31:20)

    (70인역 성경, Liber Sirach 31:20)

  • καὶ τοῖσ μὲν πρὸσ ἄλλο τι τῶν ἀγαθῶν ἀπλήστωσ διακειμένοισ ἀχθόμεθα, τοὺσ δὲ τιμὴν μείζω τῆσ ὑπαρχούσησ ἀπὶ κτωμένουσ ἐπαινοῦμεν, καὶ ὅτι τῶν μὲν ἄλλων, ἐφ’ οἷσ εἰσιν ἀνθρώπιναι σπουδαί, πλούτου καὶ ἀρχῆσ καὶ δυναστείασ, πολλάκισ τοὺσ ἐχθροὺσ συμβαίνει γίγνεσθαι κυρίουσ, τῆσ δὲ ἀρετῆσ καὶ τῆσ παρὰ τοῖσ πλήθεσιν εὐνοίασ τοὺσ οἰκείουσ ἑκάστου κληρονομεῖν. (Dionysius of Halicarnassus, De Isocrate, chapter 6 2:1)

    (디오니시오스, De Isocrate, chapter 6 2:1)

  • οὕτω γὰρ ἐξηρτήμεθα τῶν ἐλπίδων καὶ πρὸσ τὰσ δοκούσασ εἶναι πλεονεξίασ ἀπλήστωσ ἔχομεν, ὥστ’ οὐδὲ οἱ κεκτημένοι τοὺσ μεγίστουσ πλούτουσ μένειν ἐπὶ τούτοισ ἐθέλουσιν, ἀλλ’ ἀεὶ τοῦ πλείονοσ ὀρεγόμενοι περὶ τῶν ὑπαρχόντων κινδυνεύουσι. (Dionysius of Halicarnassus, De Isocrate, chapter 16 1:7)

    (디오니시오스, De Isocrate, chapter 16 1:7)

  • ἄπληστοσ ἅδε μ’ ἐξάγει χάρισ γόων πολύπονοσ, ὡσ ἐξ ἀλιβάτου πέτρασ ὑγρὰ ῥέουσα σταγὼν ἄπαυστοσ αἰεί· (Euripides, Suppliants, choral, antistrophe 31)

    (에우리피데스, Suppliants, choral, antistrophe 31)

  • φίλα γὰρ ἐλπίσ γ’, ἐπί τε πήμασιν βροτῶν ἄπληστοσ ἀνθρώποισ, ὄλ‐ βου βάροσ οἳ φέρονται πλάνητεσ ἐπ’ οἶδμα πόλεισ τε βαρβάρουσ περῶντεσ, κοινᾷ δόξᾳ· (Euripides, Iphigenia in Tauris, choral, antistrophe 12)

    (에우리피데스, Iphigenia in Tauris, choral, antistrophe 12)

  • τί ποτ’ ἄπληστοσ εἶ κακῶν, ἔρωτασ ἀπάτασ δόλιά τ’ ἐξευρήματα ἀσκοῦσα φίλτρα θ’ αἱματηρὰ δωμάτων; (Euripides, Helen, episode, dialogue 19:5)

    (에우리피데스, Helen, episode, dialogue 19:5)

  • ’ καὶ πάλιν ἡ Πυθιονίκη δ’ ἀσμένωσ σε δέξεται καὶ σοῦ κατέδεται τυχὸν ἴσωσ ἃ νῦν ἔχεισ λαβὼν παρ’ ἡμῶν δῶρ’ ἄπληστόσ ἐστι γάρ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 23 1:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 23 1:3)

  • χαριζόμεθα τὸ ποθεῖν καὶ τὸ τιμᾶν καὶ τὸ μεμνῆσθαι τῶν ἀπογενομένων, ἡ δὲ θρήνων ἄπληστοσ ἐπιθυμία καὶ πρὸσ ὀλοφύρσεισ ἐξάγουσα καὶ κοπετοὺσ αἰσχρὰ μὲν οὐχ ἧττον τῆσ περὶ τὰσ ἡδονὰσ ἀκρασίασ, λόγῳ δὲ συγγνώμησ ἔτυχεν, ὅτι τὸ λυπηρὸν αὐτῆσ καὶ πικρὸν ἀντὶ τοῦ τερπνοῦ τῷ αἰσχρῷ πρόσεστι. (Plutarch, Consolatio ad uxorem, section 4 5:1)

    (플루타르코스, Consolatio ad uxorem, section 4 5:1)

유의어

  1. 만족할 줄 모르는

  2. 만족할 줄 모르는

  3. 만족할 줄 모르는

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION