헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀναρχία

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀναρχία ἀναρχίᾱς

형태분석: ἀναρχι (어간) + α (어미)

어원: a)/narxos

  1. 무정부 상태
  1. lack of a leader
  2. lawlessness, anarchy

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • δείσαντεσ δὲ τὴν ἀναρχίαν οἱ πρῶτοι Μακεδόνων Ἀντίγονον ἐπάγονται τοῦ τεθνηκότοσ ἀνεψιὸν ὄντα, καὶ συνοικίσαντεσ αὐτῷ τὴν μητέρα τοῦ Φιλίππου, πρῶτον μὲν ἐπίτροπον καὶ στρατηγόν, εἶτα πειρώμενοι μετρίου καὶ κοινωφελοῦσ βασιλέα προσηγόρευσαν. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 8 2:1)

    (플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 8 2:1)

  • δημοκρατία δ̓ ἀναρχίαν, ἰσότησ δ’ ἀμετρίαν, πᾶσαι δὲ τὸ ἀνόητον. (Plutarch, De unius in republica dominatione, chapter, section 3 6:2)

    (플루타르코스, De unius in republica dominatione, chapter, section 3 6:2)

  • τῷ δὲ πέμπτῳ μετὰ τὴν Σόλωνοσ ἀρχὴν οὐ κατέστησαν ἄρχοντα διὰ τὴν στάσιν, καὶ πάλιν ἔτει πέμπτῳ διὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν ἀναρχίαν ἐποίησαν. (Aristotle, Athenian Constitution, work Ath. Pol., chapter 13 1:3)

    (아리스토텔레스, 아테네인들의 정치체제, work Ath. Pol., chapter 13 1:3)

  • ἐδόκει δ’ ὅσα τοὺσ Κασσίου στρατιώτασ ᾤοντο βελτίουσ παρέξειν δυσμεταχείριστοι γὰρ ἦσαν, ἐν μὲν τῷ στρατοπέδῳ δι’ ἀναρχίαν θρασυνόμενοι, πρὸσ δὲ τοὺσ πολεμίουσ διὰ τὴν ἧτταν ἀποδειλιῶντεσ. (Plutarch, Brutus, chapter 46 5:1)

    (플루타르코스, Brutus, chapter 46 5:1)

  • εἶτα τοῖσ ἡγεμονικοῖσ παρίστατο δεδοικέναι τὴν ἀναρχίαν ὡσ ἀπόστασιν. (Plutarch, Galba, chapter 22 4:1)

    (플루타르코스, Galba, chapter 22 4:1)

유의어

  1. lack of a leader

  2. 무정부 상태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION