헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀταξία

1군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀταξία

어원: a)/taktos

  1. 장애, 낭비, 사치
  2. 장애, 개판, 무질서
  1. want of discipline, disorderliness
  2. disorder, irregularity

예문

  • χάριτοσ ἀμνησία, ψυχῶν μιασμόσ, γενέσεωσ ἐναλλαγή, γάμων ἀταξία, μοιχεία καὶ ἀσέλγεια. (Septuagint, Liber Sapientiae 14:26)

    (70인역 성경, 지혜서 14:26)

  • ἀκολουθεῖ δὲ τῇ ἀκολασίᾳ ἀταξία, ἀναίδεια, ἀκοσμία, τρυφή, ῥᾳθυμία, ἀμέλεια, ὀλιγωρία, ἔκλυσισ. (Aristotle, Virtues and Vices 34:1)

    (아리스토텔레스, Virtues and Vices 34:1)

  • καὶ γενομένησ ἐκπλήξεωσ, οἱάν εἰκὸσ ἐν ἀταξίᾳ τοιαύτῃ, πρὶν ἢ πάντασ πυθέσθαι τὸν κίνδυνον οἱ πρῶτοι περὶ τὰσ πύλασ τοῖσ Ἀχαιοῖσ καὶ τὰ προάστεια συμπεσόντεσ ἔφευγον ἤδη νενικημένοι, καὶ κατεπίμπλασαν ἐλαυνόμενοι προτροπάδην ἀπορίασ τοὺσ συνισταμένουσ καὶ προσβοηθοῦντασ. (Plutarch, Aratus, chapter 31 3:3)

    (플루타르코스, Aratus, chapter 31 3:3)

  • τελευτήσαντοσ δὲ Ἀντιγόνου καταφρονήσαντεσ Αἰτωλοὶ τῶν Ἀχαιῶν διὰ τὴν ῥᾳθυμίαν ἐθισθέντεσ γὰρ ἀλλοτρίαισ σώζεσθαι χερσὶ καὶ τοῖσ Μακεδόνων ὅπλοισ αὑτοὺσ ὑπεσταλκότεσ ἐν ἀργίᾳ πολλῇ καὶ ἀταξίᾳ διῆγον ἐπέθεντο τοῖσ κατὰ Πελοπόννησον πράγμασι· (Plutarch, Aratus, chapter 47 1:1)

    (플루타르코스, Aratus, chapter 47 1:1)

  • εἰσ γὰρ τὰ γυμνὰ καὶ παραρρηγνύμενα τῆσ ἐναντίασ φάλαγγοσ, ᾗ τὸ δεξιὸν ἀπεσπάσθη πρὸσ τὴν δίωξιν, ὠσάμενοι τὸ μὲν μέσον οὐκ ἐξέωσαν, ἀλλ’ ἀγῶνι μεγάλῳ συνείχοντο, τὸ δ’ εὐώνυμον ἀταξίᾳ καὶ ἀγνοίᾳ τῶν γενομένων ἐτρέψαντο καὶ καταδιώξαντεσ εἰσ τὸν χάρακα διεπόρθουν οὐδετέρου τῶν αὐτοκρατόρων παρόντοσ. (Plutarch, Brutus, chapter 42 2:1)

    (플루타르코스, Brutus, chapter 42 2:1)

유의어

  1. 장애

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION