- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἅμαξα?

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: hamaxa 고전 발음: [하막사] 신약 발음: [아막사]

기본형: ἅμαξα ἁμάξης

형태분석: ἁμαξ (어간) + α (어미)

어원: ἅμα, ἄγω

  1. 짐마차
  1. waggon

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἅμαξα

짐마차가

ἁμάξα

짐마차들이

ἅμαξαι

짐마차들이

속격 ἁμάξης

짐마차의

ἁμάξαιν

짐마차들의

ἁμαξῶν

짐마차들의

여격 ἁμάξῃ

짐마차에게

ἁμάξαιν

짐마차들에게

ἁμάξαις

짐마차들에게

대격 ἅμαξαν

짐마차를

ἁμάξα

짐마차들을

ἁμάξας

짐마차들을

호격 ἅμαξα

짐마차야

ἁμάξα

짐마차들아

ἅμαξαι

짐마차들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ νῦν λάβετε καὶ ποιήσατε ἅμαξαν καινὴν καὶ δύο βόας πρωτοτοκούσας ἄνευ τῶν τέκνων καὶ ζεύξατε τὰς βόας ἐν τῇ ἁμάξῃ καὶ ἀπαγάγετε τὰ τέκνα ἀπὸ ὄπισθεν αὐτῶν εἰς οἶκον. (Septuagint, Liber I Samuelis 6:7)

    (70인역 성경, 사무엘기 상권 6:7)

  • καὶ ἐποίησαν οἱ ἀλλόφυλοι οὕτω. καὶ ἔλαβον δύο βόας πρωτοτοκούσας καὶ ἔζευξαν αὐτὰς ἐν τῇ ἁμάξῃ καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν ἀπεκώλυσαν εἰς οἶκον (Septuagint, Liber I Samuelis 6:10)

    (70인역 성경, 사무엘기 상권 6:10)

  • καὶ ἡ ἅμαξα εἰσῆλθεν εἰς ἀγρὸν Ὠσηὲ τὸν ἐν Βαιθσαμύς, καὶ ἔστησαν ἐκεῖ παῤ αὐτῇ λίθον μέγαν καὶ σχίζουσι τὰ ξύλα τῆς ἁμάξης καὶ τὰς βόας ἀνήνεγκαν εἰς ὁλοκαύτωσιν τῷ Κυρίῳ. (Septuagint, Liber I Samuelis 6:14)

    (70인역 성경, 사무엘기 상권 6:14)

  • τροχὸς ἁμάξης σπλάγχνα μωροῦ, καὶ ὡς ἄξων στρεφόμενος ὁ διαλογισμὸς αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Sirach 33:5)

    (70인역 성경, Liber Sirach 33:5)

  • διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ κυλίω ὑποκάτω ὑμῶν, ὃν τρόπον κυλίεται ἡ ἅμαξα ἡ γέμουσα καλάμης. (Septuagint, Prophetia Amos 2:13)

    (70인역 성경, 아모스서 2:13)

  • δὲ τὸ τῆς παροιμίας, ἡ ἅμαξα τὸν βοῦν πολλάκις ἐκφέρει. (Lucian, Dialogi mortuorum, 5:1)

    (루키아노스, Dialogi mortuorum, 5:1)

  • ἔτι δὲ μικρὸς ὢν ἔπαιζεν ἀστραγάλοις ἐν τῷ στενωπῷ, τῆς δὲ βολῆς καθηκούσης εἰς αὐτὸν ἅμαξα φορτίων ἐπῄει. (Plutarch, , chapter 2 2:4)

    (플루타르코스, , chapter 2 2:4)

  • καὶ στρατιά γε, ἔφην ἐγώ, ὦ γύναι, ἄτακτος μὲν οὖσα ταραχωδέστατον, καὶ τοῖς μὲν πολεμίοις εὐχειρωτότατον, τοῖς δὲ φίλοις ἀκλεέστατον ὁρᾶν καὶ ἀχρηστότατον, ὄνος ὁμοῦ, ὁπλίτης, σκευοφόρος, ψιλός, ἱππεύς, ἅμαξα: (Xenophon, Works on Socrates, , chapter 8 5:1)

    (크세노폰, Works on Socrates, , chapter 8 5:1)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION