- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χωρισμός?

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: chōrismos 고전 발음: [코:리] 신약 발음: [코리]

기본형: χωρισμός χωρισμοῦ

형태분석: χωρισμ (어간) + ος (어미)

어원: χωρίζω

  1. 가름, 갈래
  1. separation

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 χωρισμός

가름이

χωρισμώ

가름들이

χωρισμοί

가름들이

속격 χωρισμοῦ

가름의

χωρισμοῖν

가름들의

χωρισμῶν

가름들의

여격 χωρισμῷ

가름에게

χωρισμοῖν

가름들에게

χωρισμοῖς

가름들에게

대격 χωρισμόν

가름을

χωρισμώ

가름들을

χωρισμούς

가름들을

호격 χωρισμέ

가름아

χωρισμώ

가름들아

χωρισμοί

가름들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • λάλησον τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς. γυνή, ἥτις ἐὰν σπερματισθῇ καὶ τέκῃ ἄρσεν, καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἑπτὰ ἡμέρας, κατὰ τὰς ἡμέρας τοῦ χωρισμοῦ τῆς ἀφέδρου αὐτῆς, ἀκάθαρτος ἔσται. (Septuagint, Liber Leviticus 12:2)

    (70인역 성경, 레위기 12:2)

  • Καὶ πρὸς γυναῖκα ἐν χωρισμῷ ἀκαθαρσίας αὐτῆς οὐκ εἰσελεύσῃ ἀποκαλύψαι τὴν ἀσχημοσύνην αὐτῆς. (Septuagint, Liber Leviticus 18:19)

    (70인역 성경, 레위기 18:19)

  • σεβόμενοι δὲ τὸν Θεὸν καὶ τῷ τούτου νόμῳ πολιτευόμενοι χωρισμὸν ἐποίουν ἐπὶ τῷ κατὰ τὰς τροφάς, δι ἣν αἰτίαν ἐνίοις ἀπεχθεῖς ἐφαίνοντο. (Septuagint, Liber Maccabees III 3:4)

    (70인역 성경, Liber Maccabees III 3:4)

  • ΕΝ τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἔσται πᾶς τόπος διανοιγόμενος τῷ οἴκῳ Δαυὶδ καὶ τοῖς κατοικοῦσιν Ἱερουσαλὴμ εἰς τὴν μετακίνησιν καὶ εἰς τὸν χωρισμόν. (Septuagint, Prophetia Zachariae 13:1)

    (70인역 성경, 즈카르야서 13:1)

  • ὑμεῖς μήτε Δία γενέθλιον μήτε Δήμητρα θεσμοφόρον εἶναι μήτε Ποσειδῶνα φυτάλμιον ὁμολογεῖν ἐθέλοντες, οὗτος ὁ χωρισμὸς τῶν ὀνομάτων πονηρὸς ἐστι καὶ τὸν βίον ἐμπίπλησιν ὀλιγωρίας ἀθέου καὶ θρασύτητος, ὅταν τὰς συνεζευγμένας τοῖς θεοῖς προσηγορίας ἀποσπῶντες συναναιρῆτε θυσίας μυστήρια πομπὰς ἑορτάς. (Plutarch, Adversus Colotem, section 22 4:1)

    (플루타르코스, Adversus Colotem, section 22 4:1)

  • οὐκοῦν τοῦτό γε θάνατος ὀνομάζεται, λύσις καὶ χωρισμὸς ψυχῆς ἀπὸ σώματος· (Plato, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 138:1)

    (플라톤, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 138:1)

  • λύειν δέ γε αὐτήν, ὥς φαμεν, προθυμοῦνται ἀεὶ μάλιστα καὶ μόνοι οἱ φιλοσοφοῦντες ὀρθῶς, καὶ τὸ μελέτημα αὐτὸ τοῦτό ἐστιν τῶν φιλοσόφων, λύσις καὶ χωρισμὸς ψυχῆς ἀπὸ σώματος: (Plato, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 140:1)

    (플라톤, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo, 140:1)

  • ἡ μὲν οὖν τῶν συσσιτίων τάξις ἐντεῦθεν γέγονε πρῶτον, ὁ δὲ χωρισμὸς ὁ κατὰ γένος τοῦ πολιτικοῦ πλήθους ἐξ Αἰγύπτου: (Aristotle, Politics, Book 7 152:2)

    (아리스토텔레스, 정치학, Book 7 152:2)

  • καὶ διὰ τὸ συμβαίνειν ἄμικτα δεῖν προϋπάρχειν καὶ διὰ τὸ μὴ πεφυκέναι τῷ τυχόντι μίγνυσθαι τὸ τυχόν, πρὸς δὲ τούτοις ὅτι τὰ πάθη καὶ τὰ συμβεβηκότα χωρίζοιτ ἂν τῶν οὐσιῶν τῶν γὰρ αὐτῶν μῖξίς ἐστι καὶ χωρισμός, ὅμως εἴ τις ἀκολουθήσειε συνδιαρθρῶν ἃ βούλεται λέγειν, ἴσως ἂν φανείη καινοπρεπεστέρως λέγων. (Aristotle, Metaphysics, Book 1 175:1)

    (아리스토텔레스, 형이상학, Book 1 175:1)

유의어

  1. 가름

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION