Ancient Greek-English Dictionary Language

ὑπόλοιπος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ὑπόλοιπος ὑπόλοιπον

Structure: ὑπολοιπ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. left behind, staying behind, those who remained alive
  2. still remains, remained to be done

Examples

  • ὅταν δὲ μὴ κατ’ ἀνάγκην ἀλλ’ ἐπ’ ἐξουσίασ αὐτόσ τισ ἀφ’ ἑαυτοῦ καὶ δοκιμάσασ ἀναλάβῃ, τίσ ἔτι μηχανὴ μεταβάλλεσθαι, ἢ τίσ ἔτι χρῆσισ ὑπόλοιποσ τοῦ νόμου ; (Lucian, Abdicatus, (no name) 10:1)
  • τὰ μὲν οὖν ἄλλα διέλαθε τούσ γε πολλοὺσ Ἕλληνασ ἐκπεμπόμενα, τὸν δὲ ἀργυροῦν πίθον, ὃσ ἦν ὑπόλοιποσ ἔτι τῶν βασιλικῶν, διὰ βάροσ καὶ μέγεθοσ οὐ δυναμένων ἀναλαβεῖν τῶν ὑποζυγίων, ἀναγκαζόμενοι κατακόπτειν οἱ Ἀμφικτύονεσ εἰσ μνήμην ἐβάλοντο τοῦτο μὲν Τίτον Φλαμινῖνον καὶ Μάνιον Ἀκύλιον, τοῦτο δὲ Αἰμίλιον Παῦλον, ὧν ὁ μὲν Ἀντίοχον ἐξελάσασ τῆσ Ἑλλάδοσ, οἱ δὲ τούσ Μακεδόνων βασιλεῖσ καταπολεμήσαντεσ οὐ μόνον ἀπέσχοντο τῶν ἱερῶν τῶν Ἑλληνικῶν, ἀλλὰ καὶ δῶρα καὶ τιμὴν αὐτοῖσ καὶ σεμνότητα πολλὴν προσέθεσαν. (Plutarch, Sulla, chapter 12 6:1)
  • πυθόμενοσ δέ, ὅτι τῶν ἀπὸ Βρασίδου γεγονότων ὑπόλοιποσ οὗτόσ ἐστι, μετεπέμψατο, καὶ μέτρια νουθετήσασ ἀπέλυσε. (Plutarch, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 14 1:1)
  • πυθόμενοσ δέ, ὅτι τῶν ἀπὸ Βρασίδου γεγονότων ὑπόλοιποσ οὗτόσ ἐστι, μετεπέμψατο, καὶ μέτρια νουθετήσασ ἀπέλυσε. (Plutarch, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 142)
  • οὐδένα γὰρ οὔτ’ ἰδίᾳ οὔτε δημοσίᾳ ἠδικηκότεσ οὐ μόνον τὰ πατρῷα ἀπολωλέκασι παρὰ τοὺσ νόμουσ τοὺσ ὑμετέρουσ, ἀλλὰ καὶ ἣ ὑπόλοιποσ ἐλπὶσ ἦν, ἀπὸ <τῶν> τοῦ πάππου ἐκτραφῆναι, ἐν οὕτω δεινῶ καθέστηκεν. (Lysias, Speeches, 10:4)

Synonyms

  1. still remains

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION