τόνος
Second declension Noun; Masculine
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
τόνος
τόνου
Structure:
τον
(Stem)
+
ος
(Ending)
Sense
- rope, cord
- chord
- tone, note
Declension
Second declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- ἡ δὲ λέξισ ἐστὶ τοῦ Δεινάρχου κυρίωσ ἠθική, πάθοσ κινοῦσα, σχεδὸν τῇ πικρίᾳ μόνον καὶ τῷ τόνῳ τοῦ Δημοσθενικοῦ χαρακτῆροσ λειπομένη, τοῦ δὲ πιθανοῦ καὶ κυρίου μηδὲν ἐνδέουσα. (Dionysius of Halicarnassus, De Dinarcho, chapter 1 3:4)
- καὶ πρόχειλόσ ἐστι καὶ λεπτὸσ ἄγαν τοῖν σκελοῖν, καὶ ἐφθέγγετο ἐπισεσυρμένον τι καὶ συνεχὲσ καὶ ἐπίτροχον, Ἑλληνιστὶ μέν, ἐσ τὸ πάτριον δὲ τῷ ψόφῳ καὶ τῷ τῆσ φωνῆσ τόνῳ, ἡ κόμη δὲ καὶ ἐσ τοὐπίσω ὁ πλόκαμοσ συνεσπειραμένοσ οὐκ ἐλεύθερον αὐτόν φησιν εἶναι. (Lucian, 5:1)
- σύνθετοσ οὖν ὁ τοῦ διπλασίου λόγοσ ἐστὶν ἐκ τοῦ ἡμιολίου καὶ τοῦ ἐπιτρίτου, καθάπερ ὁ τοῦ διὰ πασῶν ἐκ τοῦ διὰ πέντε καὶ τοῦ διὰ τεσσάρων ἀλλὰ κἀκεῖ τὸ διὰ πέντε τοῦ διὰ τεσσάρων τόνῳ κἀνταῦθα τὸ ἡμιόλιον τοῦ ἐπιτρίτου τῷ ἐπογδόῳ μεῖζόν ἐστι. (Plutarch, De animae procreatione in Timaeo, section 17 12:1)
- τοῦ γὰρ βαρυτέρου τόνῳ ἐπιταθέντοσ, ὅπερ ἐστὶν ἐπόγδοον, γίγνεται σισ’· (Plutarch, De animae procreatione in Timaeo, section 18 8:2)
- τούτου πάλιν τόνῳ ἄλλῳ ἐπιταθέντοσ, γίγνεται σμγ’· (Plutarch, De animae procreatione in Timaeo, section 18 9:1)
Synonyms
-
rope
- σχοῖνος (a rush-rope, a rope, cord)
- μέρμις (a cord, string, rope)
- στρόφος (a twisted band or cord, a cord, rope)
- πλεκτή (a twisted rope, cord, string)
- σχοινίον (a cord)
- πειστήρ (a rope)
- σειρά (a cord, rope, string)
-
chord