σύνδεσμος
Second declension Noun; Masculine
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
σύνδεσμος
συνδέσμου
Structure:
συνδεσμ
(Stem)
+
ος
(Ending)
Sense
- bond, band, fetter
- headband
- ligament, sinew, joint
- (grammar) conjunction
- bundle
Declension
Second declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- καὶ ᾠκοδόμησε τοὺσ ἐνδέσμουσ δἰ ὅλου τοῦ οἴκου πέντε ἐν πήχει τὸ ὕψοσ αὐτοῦ, καὶ συνέσχε τὸν σύνδεσμον ἐν ξύλοισ κεδρίνοισ. (Septuagint, Liber I Regum 6:14)
- καὶ ἀνέστησαν οἱ δοῦλοι αὐτοῦ καὶ ἔδησαν πάντα σύνδεσμον καὶ ἐπάταξαν τὸν Ἰωὰσ ἐν οἴκῳ Μαλλὼ τῷ ἐν Γααλὰ (Septuagint, Liber II Regum 12:21)
- οὐχὶ τοιαύτην νηστείαν ἐγὼ ἐξελεξάμην, λέγει Κύριοσ, ἀλλὰ λύε πάντα σύνδεσμον ἀδικίασ, διάλυε στραγγαλιὰσ βιαίων συναλλαγμάτων, ἀπόστελλε τεθραυσμένουσ ἐν ἀφέσει καὶ πᾶσαν συγγραφὴν ἄδικον διάσπα. (Septuagint, Liber Isaiae 58:6)
- τότε βοήσῃ, καὶ ὁ Θεὸσ εἰσακούσεταί σου. ἔτι λαλοῦντόσ σου ἐρεῖ. ἰδοὺ πάρειμι. ἐὰν ἀφέλῃσ ἀπὸ σοῦ σύνδεσμον καὶ χειροτονίαν καὶ ρῆμα γογγυσμοῦ (Septuagint, Liber Isaiae 58:9)
- "οὔτ’ οὖν ἀριθμὸν οὔτε τάξιν οὔτε σύνδεσμον οὔτ’ ἄλλο τῶν ἐλλιπῶν μορίων οὐδὲν οἶμαι τὸ γράμμα σημαίνειν· (Plutarch, De E apud Delphos, section 175)
Synonyms
-
bond
-
headband
-
conjunction
-
bundle