- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συγκεχυμένως?

부사; 자동번역 로마알파벳 전사: synkechymenōs 고전 발음: [슁께퀴메노:] 신약 발음: [슁깨퀴매노]

기본형: συγκεχυμένως

어원: συγχέω의 완료 과거분사의 부사형

  1. 고루, 마구
  1. confusedly, indiscriminately

예문

  • δυσφορῇ καὶ περιπαθῇ, πάντας ἐπὶ τὴν τύχην καὶ τὸ αὐτόματον ἀπερειδομένου τοὺς ὀδυρμοὺς καὶ βοῶντος ὡς οὐδὲν κατὰ δίκην οὐδ ἐκ προνοίας ἀλλὰ πάντα συγκεχυμένως καὶ ἀκρίτως φέρεται καὶ ταράττεται τὰ τῶν ἀνθρώπων. (Plutarch, De superstitione, section 7 1:1)

    (플루타르코스, De superstitione, section 7 1:1)

  • ἐκ γὰρ τῶν ἀληθῶς μὲν λεγομένων οὐ σαφῶς δέ, προϊοῦσιν ἔσται καὶ τὸ σαφῶς, μεταλαμβάνουσιν ἀεὶ τὰ γνωριμώτερα τῶν εἰωθότων λέγεσθαι συγκεχυμένως. (Aristotle, Eudemian Ethics, Book 1 68:2)

    (아리스토텔레스, 에우데모스 윤리학, Book 1 68:2)

  • καὶ τὸν σώφρονα μὲν ἐγκρατῆ καὶ καρτερικόν, τὸν δὲ τοιοῦτον οἳ μὲν πάντα σώφρονα οἳ δ οὔ, καὶ τὸν ἀκόλαστον ἀκρατῆ καὶ τὸν ἀκρατῆ ἀκόλαστον συγκεχυμένως, οἳ δ ἑτέρους εἶναί φασιν. (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 7 9:1)

    (아리스토텔레스, 니코마코스 윤리학, Book 7 9:1)

  • τούτῳ μὴ παρὰ τὸ καθῆκον μηδ εἰκῇ μηδὲ συγκεχυμένως ἀναστρεφώμεθα. (Epictetus, Works, book 1, 20:1)

    (에픽테토스, Works, book 1, 20:1)

  • καὶ Σειληνὸν καὶ Μαρσύαν καὶ Ὄλυμπον συνάγοντες εἰς ἓν καὶ εὑρετὰς αὐλῶν ἱστοροῦντες πάλιν καὶ οὕτως τὰ Διονυσιακὰ καὶ Φρύγια εἰς ἓν συμφέρουσι, τήν τε Ἴδην καὶ τὸν Ὄλυμπον συγκεχυμένως πολλάκις ὡς τὸ αὐτὸ ὄρος κτυποῦσιν. (Strabo, Geography, Book 10, chapter 3 24:1)

    (스트라본, 지리학, Book 10, chapter 3 24:1)

유의어

  1. 고루

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION