Ancient Greek-English Dictionary Language

στροβιλός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: στροβιλός στροβιλή στροβιλόν

Structure: στροβιλ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: stro/bos

Sense

  1. spinning, whirling

Examples

  • "οἱ στρόβιλοι πολύτροφοι μέν εἰσι, λεαντικοὶ δὲ ἀρτηρίασ καὶ θώρακοσ καθαρτικοὶ διὰ τὸ ἔχειν παρεμπεπλεγμένον τὸ ὁητινῶδεσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 49 1:6)
  • "πρὸσ οὐδὲν ὑποκείμενον εὖ στροβιλοῖ τὴν γλῶτταν. (Plutarch, Apophthegmata Laconica, , section 592)
  • "ἀνδρεῖόσ γε ὁ ἄνθρωποσ, πρὸσ οὐδὲν ὑποκείμενον εὖ στροβιλοῖ τὴν γλῶσσαν. (Plutarch, Apophthegmata Laconica, , section 591)
  • ἐξελέγχει κατὰ κράτοσ τοὺσ φάσκοντασ ἔκ τινοσ, ἀκρωρείασ ἀποκοπεῖσαν πνεύμασι καὶ ζάλαισ πέτραν, ὑποληφθεῖσαν δ’ ὥσπερ οἱ στρόβιλοι, καὶ φερομένην, ᾗ πρῶτον ἐνέδωκε καὶ διελύθη τὸ περιδινῆσαν, ἐκριφῆναι καὶ πεσεῖν. (Plutarch, , chapter 12 6:1)
  • φυτὸν οὖσαν οὐδ’ ὅτι φιλήνεμόσ ἐστιν ὥσπερ ἡ θάλασσα καὶ γὰρ τοῦτό τινεσ λέγουσιν, ἀλλὰ διὰ τὰσ ναυπηγίασ μάλιστα, καὶ γὰρ αὐτὴ καὶ τὰ ἀδελφὰ δένδρα, πεῦκαι καὶ στρόβιλοι, τῶν τε ξύλων παρέχει τὰ πλοϊμώτατα, πίττησ τε καὶ ῥητίνησ ἀλοιφήν, ἧσ ἄνευ τῶν συμπαγέντων ὄφελοσ οὐδὲν ἐν τῇ θαλάττῃ. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 5, 8:1)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION