헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προσκρούω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προσκρούω προσκρούσω

형태분석: προς (접두사) + κρού (어간) + ω (인칭어미)

  1. 실패하다, 넘어지다, 실수하다, 속수무책으로 만들다
  1. to strike against, to stumble, fail
  2. to have a collision with, give offence
  3. to take offence at, be angry with, to take offence

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσκρούω

(나는) 실패한다

προσκρούεις

(너는) 실패한다

προσκρούει

(그는) 실패한다

쌍수 προσκρούετον

(너희 둘은) 실패한다

προσκρούετον

(그 둘은) 실패한다

복수 προσκρούομεν

(우리는) 실패한다

προσκρούετε

(너희는) 실패한다

προσκρούουσιν*

(그들은) 실패한다

접속법단수 προσκρούω

(나는) 실패하자

προσκρούῃς

(너는) 실패하자

προσκρούῃ

(그는) 실패하자

쌍수 προσκρούητον

(너희 둘은) 실패하자

προσκρούητον

(그 둘은) 실패하자

복수 προσκρούωμεν

(우리는) 실패하자

προσκρούητε

(너희는) 실패하자

προσκρούωσιν*

(그들은) 실패하자

기원법단수 προσκρούοιμι

(나는) 실패하기를 (바라다)

προσκρούοις

(너는) 실패하기를 (바라다)

προσκρούοι

(그는) 실패하기를 (바라다)

쌍수 προσκρούοιτον

(너희 둘은) 실패하기를 (바라다)

προσκρουοίτην

(그 둘은) 실패하기를 (바라다)

복수 προσκρούοιμεν

(우리는) 실패하기를 (바라다)

προσκρούοιτε

(너희는) 실패하기를 (바라다)

προσκρούοιεν

(그들은) 실패하기를 (바라다)

명령법단수 προσκρούε

(너는) 실패해라

προσκρουέτω

(그는) 실패해라

쌍수 προσκρούετον

(너희 둘은) 실패해라

προσκρουέτων

(그 둘은) 실패해라

복수 προσκρούετε

(너희는) 실패해라

προσκρουόντων, προσκρουέτωσαν

(그들은) 실패해라

부정사 προσκρούειν

실패하는 것

분사 남성여성중성
προσκρουων

προσκρουοντος

προσκρουουσα

προσκρουουσης

προσκρουον

προσκρουοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσκρούομαι

(나는) 실패된다

προσκρούει, προσκρούῃ

(너는) 실패된다

προσκρούεται

(그는) 실패된다

쌍수 προσκρούεσθον

(너희 둘은) 실패된다

προσκρούεσθον

(그 둘은) 실패된다

복수 προσκρουόμεθα

(우리는) 실패된다

προσκρούεσθε

(너희는) 실패된다

προσκρούονται

(그들은) 실패된다

접속법단수 προσκρούωμαι

(나는) 실패되자

προσκρούῃ

(너는) 실패되자

προσκρούηται

(그는) 실패되자

쌍수 προσκρούησθον

(너희 둘은) 실패되자

προσκρούησθον

(그 둘은) 실패되자

복수 προσκρουώμεθα

(우리는) 실패되자

προσκρούησθε

(너희는) 실패되자

προσκρούωνται

(그들은) 실패되자

기원법단수 προσκρουοίμην

(나는) 실패되기를 (바라다)

προσκρούοιο

(너는) 실패되기를 (바라다)

προσκρούοιτο

(그는) 실패되기를 (바라다)

쌍수 προσκρούοισθον

(너희 둘은) 실패되기를 (바라다)

προσκρουοίσθην

(그 둘은) 실패되기를 (바라다)

복수 προσκρουοίμεθα

(우리는) 실패되기를 (바라다)

προσκρούοισθε

(너희는) 실패되기를 (바라다)

προσκρούοιντο

(그들은) 실패되기를 (바라다)

명령법단수 προσκρούου

(너는) 실패되어라

προσκρουέσθω

(그는) 실패되어라

쌍수 προσκρούεσθον

(너희 둘은) 실패되어라

προσκρουέσθων

(그 둘은) 실패되어라

복수 προσκρούεσθε

(너희는) 실패되어라

προσκρουέσθων, προσκρουέσθωσαν

(그들은) 실패되어라

부정사 προσκρούεσθαι

실패되는 것

분사 남성여성중성
προσκρουομενος

προσκρουομενου

προσκρουομενη

προσκρουομενης

προσκρουομενον

προσκρουομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσκρούσω

(나는) 실패하겠다

προσκρούσεις

(너는) 실패하겠다

προσκρούσει

(그는) 실패하겠다

쌍수 προσκρούσετον

(너희 둘은) 실패하겠다

προσκρούσετον

(그 둘은) 실패하겠다

복수 προσκρούσομεν

(우리는) 실패하겠다

προσκρούσετε

(너희는) 실패하겠다

προσκρούσουσιν*

(그들은) 실패하겠다

기원법단수 προσκρούσοιμι

(나는) 실패하겠기를 (바라다)

προσκρούσοις

(너는) 실패하겠기를 (바라다)

προσκρούσοι

(그는) 실패하겠기를 (바라다)

쌍수 προσκρούσοιτον

(너희 둘은) 실패하겠기를 (바라다)

προσκρουσοίτην

(그 둘은) 실패하겠기를 (바라다)

복수 προσκρούσοιμεν

(우리는) 실패하겠기를 (바라다)

προσκρούσοιτε

(너희는) 실패하겠기를 (바라다)

προσκρούσοιεν

(그들은) 실패하겠기를 (바라다)

부정사 προσκρούσειν

실패할 것

분사 남성여성중성
προσκρουσων

προσκρουσοντος

προσκρουσουσα

προσκρουσουσης

προσκρουσον

προσκρουσοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσκρούσομαι

(나는) 실패되겠다

προσκρούσει, προσκρούσῃ

(너는) 실패되겠다

προσκρούσεται

(그는) 실패되겠다

쌍수 προσκρούσεσθον

(너희 둘은) 실패되겠다

προσκρούσεσθον

(그 둘은) 실패되겠다

복수 προσκρουσόμεθα

(우리는) 실패되겠다

προσκρούσεσθε

(너희는) 실패되겠다

προσκρούσονται

(그들은) 실패되겠다

기원법단수 προσκρουσοίμην

(나는) 실패되겠기를 (바라다)

προσκρούσοιο

(너는) 실패되겠기를 (바라다)

προσκρούσοιτο

(그는) 실패되겠기를 (바라다)

쌍수 προσκρούσοισθον

(너희 둘은) 실패되겠기를 (바라다)

προσκρουσοίσθην

(그 둘은) 실패되겠기를 (바라다)

복수 προσκρουσοίμεθα

(우리는) 실패되겠기를 (바라다)

προσκρούσοισθε

(너희는) 실패되겠기를 (바라다)

προσκρούσοιντο

(그들은) 실패되겠기를 (바라다)

부정사 προσκρούσεσθαι

실패될 것

분사 남성여성중성
προσκρουσομενος

προσκρουσομενου

προσκρουσομενη

προσκρουσομενης

προσκρουσομενον

προσκρουσομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσέκρουον

(나는) 실패하고 있었다

προσέκρουες

(너는) 실패하고 있었다

προσέκρουεν*

(그는) 실패하고 있었다

쌍수 προσεκρούετον

(너희 둘은) 실패하고 있었다

προσεκρουέτην

(그 둘은) 실패하고 있었다

복수 προσεκρούομεν

(우리는) 실패하고 있었다

προσεκρούετε

(너희는) 실패하고 있었다

προσέκρουον

(그들은) 실패하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προσεκρουόμην

(나는) 실패되고 있었다

προσεκρούου

(너는) 실패되고 있었다

προσεκρούετο

(그는) 실패되고 있었다

쌍수 προσεκρούεσθον

(너희 둘은) 실패되고 있었다

προσεκρουέσθην

(그 둘은) 실패되고 있었다

복수 προσεκρουόμεθα

(우리는) 실패되고 있었다

προσεκρούεσθε

(너희는) 실패되고 있었다

προσεκρούοντο

(그들은) 실패되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καίτοι ἐν ἀρχῇ προσέκρουε τοῖσ πολλοῖσ αὐτῶν καὶ μῖσοσ οὐ μεῖον τοῦ πρὸ αὑτοῦ παρὰ τοῖσ πλήθεσιν ἐκτήσατο ἐπί τε τῇ παρρησίᾳ καὶ ἐλευθερίᾳ, καί τινεσ ἐπ’ αὐτὸν συνέστησαν Ἄνυτοι καὶ Μέλητοι τὰ αὐτὰ κατηγοροῦντεσ ἅπερ κἀκείνου οἱ τότε, ὅτι οὔτε θύων ὤφθη πώποτε οὔτε ἐμυήθη μόνοσ ἁπάντων ταῖσ Ἐλευσινίαισ· (Lucian, (no name) 11:2)

    (루키아노스, (no name) 11:2)

  • τελευταῖον δὲ καὶ προσέκρουε τὰ πολλὰ ἐπιτιμῶν, καὶ φορτικὸσ ἐδόκει ὑπομιμνήσκων ἀεὶ τῶν προγόνων καὶ φυλάττειν παραγγέλλων ἃ μετὰ πολλῶν καμάτων ὁ πατὴρ αὐτῷ κτησάμενοσ κατέλιπεν, ὥστε διὰ ταῦτα οὐδὲ ἐπὶ τοὺσ κώμουσ ἀπῆγεν ἔτι αὐτόν, ἀλλὰ μόνοσ μετ’ ἐκείνων ἐκώμαζε, λανθάνειν πειρώμενοσ τὸν Ἀγαθοκλέα. (Lucian, Toxaris vel amicitia, (no name) 12:7)

    (루키아노스, Toxaris vel amicitia, (no name) 12:7)

  • ἀεὶ μὲν δεῖ καὶ πανταχοῦ φεύγειν τὸ προσκρούειν τῷ ἀνδρὶ τὴν γυναῖκα καὶ τῇ γυναικὶ τὸν ἄνδρα, μάλιστα δὲ φυλάττεσθαι τοῦτο ποιεῖν ἐν τῷ συναναπαύεσθαι καὶ συγκαθεύδειν. (Plutarch, Conjugalia Praecepta, chapter, section 391)

    (플루타르코스, Conjugalia Praecepta, chapter, section 391)

  • ὁ δὲ Ἀγησίλαοσ ἐπὶ τὴν ἐναντίαν ὁδὸν ἦλθε, καὶ τὸ πολεμεῖν καὶ τὸ προσκρούειν αὐτοῖσ ἐάσασ ἐθεράπευε, πάσησ μὲν ἀπ’ ἐκείνων πράξεωσ ἀρχόμενοσ, εἰ δὲ κληθείη, θᾶττον ἢ βάδην ἐπειγόμενοσ, ὁσάκισ δὲ τύχοι καθήμενοσ ἐν τῷ βασιλικῷ θώκῳ καὶ χρηματίζων, ἐπιοῦσι τοῖσ ἐφόροισ ὑπεξανίστατο, τῶν δ’ εἰσ τὴν γερουσίαν ἀεὶ καταταττομένων ἑκάστῳ χλαῖναν ἔπεμπε καὶ βοῦν ἀριστεῖον. (Plutarch, Agesilaus, chapter 4 3:1)

    (플루타르코스, Agesilaus, chapter 4 3:1)

  • ἡ μὲν οὖν συνέχεια τῆσ ὀργῆσ καὶ τὸ προσκρούειν πολλάκισ ἕξιν ἐμποιεῖ πονηρὰν τῇ ψυχῇ, ἣν ὀργιλότητα καλοῦσιν, εἰσ ἀκραχολίαν καὶ πικρίαν καὶ δυσκολίαν τελευτῶσαν, ὅταν ἑλκώδησ καὶ μικρόλυποσ ὁ θυμὸσ γένηται καὶ φιλαίτιοσ ὑπὸ τῶν τυχόντων ὡσ σίδηροσ ἀσθενὴσ καὶ λεπτὸσ ἀναχαρασσόμενοσ· (Plutarch, De cohibenda ira, section 31)

    (플루타르코스, De cohibenda ira, section 31)

유의어

  1. 실패하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION