Ancient Greek-English Dictionary Language

προσηγορία

First declension Noun; Feminine 자동번역 Transliteration:

Principal Part: προσηγορία

Structure: προσηγορι (Stem) + ᾱ (Ending)

Etym.: from proshgore/w

Sense

  1. an appellation, name

Declension

First declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • οἱ μὲν γὰρ ἀκολούθωσ τῇ κοινῇ συνηθείᾳ σχηματίζοντεσ τὴν φράσιν τῷ τε θηλυκῷ γένει τῆσ προσηγορίασ τὸ θηλυκὸν ἂν ἔζευξαν μόριον, καὶ τὴν πτῶσιν τὴν αἰτιατικὴν ἂν ἀντὶ τῆσ γενικῆσ ἔταξαν τὸν τρόπον τόνδε· (Dionysius of Halicarnassus, De Thucydidis idiomatibus (epistula ad Ammaeum), chapter 11 1:2)
  • ἐπεὶ καὶ τῆσ μανίασ αὐτῆσ μυρία εἴδη ἐστὶν καὶ παμπόλλασ ἔχει τὰσ αἰτίασ καὶ οὐδὲ τὰσ προσηγορίασ αὐτὰσ ὁμοίασ· (Lucian, Abdicatus, (no name) 30:1)
  • τὸ δ’ ὅλον οἱ δῆμοι οὐκ ἐξετάζοντεσ ὁποῖόσ τισ ὁ τοῖσ πράγμασιν ἐφεστώσ ἐστιν, εἴτε δίκαιοσ εἴτε ἄδικοσ, αὐτὸ ἁπλῶσ τὸ τῆσ τυραννίδοσ ὄνομα μισοῦσι καὶ τὸν τύραννον, κἂν Αἰακὸσ ἢ Μίνωσ ἢ Ῥαδάμανθυσ ᾖ, ὁμοίωσ ἐξ ἅπαντοσ ἀνελεῖν σπεύδουσιν, τοὺσ μὲν πονηροὺσ αὐτῶν πρὸ ὀφθαλμῶν τιθέμενοι, τοὺσ δὲ χρηστοὺσ τῇ κοινωνίᾳ τῆσ προσηγορίασ τῷ ὁμοίῳ μίσει συμπεριλαμβάνοντεσ. (Lucian, Phalaris, book 1 7:1)
  • ἀλλὰ τὰσ προσηγορίασ αὐτὰσ πόσοι ἐμιμήσαντο τὰσ τῶν θεῶν, Διονύσιοι καὶ Ἡφαιστίωνεσ καὶ Ζήνωνεσ καὶ Ποσειδώνιοι καὶ Ἑρμαῖ προσαγορευόμενοι; (Lucian, Pro imaginibus, (no name) 27:3)
  • ἀγαπητὸν δὲ ὁπωσοῦν κλεινὸν καὶ ὀνομαστὸν εἶναι, εἶτα καταριθμήσεισ ^ αὐτῇ τὰσ πολλάσ σου προσηγορίασ, ὁπόσασ κατὰ ἔθνη προσείληφασ. (Lucian, Pseudologista, (no name) 23:3)

Synonyms

  1. an appellation

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION