ἐξοστρακισμός?
Second declension Noun; Masculine
Transliteration: exostrakismos
Principal Part:
ἐξοστρακισμός
Sense
- banishment by ostracism
- μοχθηρίας γὰρ οὐκ ἦν κόλασις ὁ ἐξοστρακισμός, ἀλλ ἐκαλεῖτο μὲν δι εὐπρέπειαν ὄγκου καὶ δυνάμεως βαρυτέρας ταπείνωσις καὶ κόλουσις, ἦν δὲ φθόνου παραμυθία φιλάνθρωπος, εἰς ἀνήκεστον οὐδέν, ἀλλ εἰς μετάστασιν ἐτῶν δέκα τὴν πρὸς τὸ λυποῦν ἀπερειδομένου δυσμένειαν. (Plutarch, , chapter 7 2:2)
- εἰ γὰρ ἑξακισχιλίων ἐλάττονες οἱ φέροντες εἰε῀ν, ἀτελὴς ἦν ὁ ἐξοστρακισμός: (Plutarch, , chapter 7 5:2)
- ὁ μὲν οὖν ἐξοστρακισμὸς ὡρισμένην εἶχε νόμῳ δεκαετίαν τοῖς φεύγουσιν: (Plutarch, , chapter 10 1:1)
- κόλασις γὰρ οὐκ ἦν ὁ ἐξοστρακισμός, ἀλλὰ παραμυθία φθόνου καὶ κουφισμὸς ἡδομένου τῷ ταπεινοῦν τοὺς ὑπερέχοντας καὶ τὴν δυσμένειαν εἰς ταύτην τὴν ἀτιμίαν ἀποπνέοντος. (Plutarch, , chapter 22 3:2)
Synonyms
-
banishment by ostracism