- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πολύμηλος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: polymēlos 고전 발음: [뽈뤼멜:로] 신약 발음: [뽈뤼멜로]

기본형: πολύμηλος πολύμηλον

형태분석: πολυμηλ (어간) + ος (어미)

어원: μῆλον

  1. with many sheep or goats, rich in flocks

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 πολύμηλος

(이)가

πολύμηλον

(것)가

속격 πολυμήλου

(이)의

πολυμήλου

(것)의

여격 πολυμήλῳ

(이)에게

πολυμήλῳ

(것)에게

대격 πολύμηλον

(이)를

πολύμηλον

(것)를

호격 πολύμηλε

(이)야

πολύμηλον

(것)야

쌍수주/대/호 πολυμήλω

(이)들이

πολυμήλω

(것)들이

속/여 πολυμήλοιν

(이)들의

πολυμήλοιν

(것)들의

복수주격 πολύμηλοι

(이)들이

πολύμηλα

(것)들이

속격 πολυμήλων

(이)들의

πολυμήλων

(것)들의

여격 πολυμήλοις

(이)들에게

πολυμήλοις

(것)들에게

대격 πολυμήλους

(이)들을

πολύμηλα

(것)들을

호격 πολύμηλοι

(이)들아

πολύμηλα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ἑρμῆν ὕμνει, Μοῦσα, Διὸς καὶ Μαιάδος υἱόν, Κυλλήνης μεδέοντα καὶ Ἀρκαδίης πολυμήλου, ἄγγελον ἀθανάτων ἐριούνιον, ὃν τέκε Μαῖα, νύμφη ἐυπλόκαμος, Διὸς ἐν φιλότητι μιγεῖσα, αἰδοίη: (Anonymous, Homeric Hymns, 2:1)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 2:1)

  • Ἑρμῆν ἀείδω Κυλλήνιον, Ἀργειφόντην, Κυλλήνης μεδέοντα καὶ Ἀρκαδίης πολυμήλου, ἄγγελον ἀθανάτων ἐριούνιον, ὃν τέκε Μαῖα, Ατλαντος θυγάτηρ, Διὸς ἐν φιλότητι μιγεῖσα, αἰδοίη: (Anonymous, Homeric Hymns, 2:1)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 2:1)

  • ἁρ´πας, ἔνεικέ τε χρυσέῳ παρθένον ἀγροτέραν δίφρῳ, τόθι νιν πολυμήλου καὶ πολυκαρποτάτας θῆκε δέσποιναν χθονὸς ῥίζαν ἀπείρου τρίταν εὐήρατον θάλλοισαν οἰκεῖν. (Pindar, Odes, pythian odes, pythian 9 2:1)

    (핀다르, Odes, pythian odes, pythian 9 2:1)

  • ἀλλ ἔτι καὶ τῶν εἰσιν ἀμείνονες, οἳ τὸ μεσηγὺ Τίρυνθος ναίουσι καὶ Ἀρκαδίης πολυμήλου, Ἀργεῖοι λινοθώρηκες, κέντρα πτολέμοιο: (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 14, chapter 732)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume V, book 14, chapter 732)

  • ἐν τῷ ιβ Ἰξίων Φόρβαντα καὶ Πολύμηλον ἀναιρῶν διὰ τὸν εἰς τὴν μητέρα τὴν ἰδίαν Μέγαραν γεγενημένον φόνον μηδοπότερον γὰρ αὐτῶν προελομένη γῆμαι, ἀγανακτήσαντες ἐπὶ τούτῳ ἐφόνευσαν. (Unknown, Greek Anthology, book 3, chapter 121)

    (작자 미상, Greek Anthology, book 3, chapter 121)

유의어

  1. with many sheep or goats

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION